Το ανθρακικό αποτύπωμα της ηλεκτροπαραγωγής – Ιούλιος 2024

Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα δεδομένα ηλεκτροπαραγωγής (Ιούλιος 2024 για το διασυνδεμένο δίκτυο και Ιούνιος 2024 για τα μη διασυνδεδεμένα νησιά) και αυτά των ετήσιων εκπομπών CO2 από το ΣΕΔΕ (2023), εκτιμώνται οι μηνιαίες εκπομπές από κάθε μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Ελλάδας, ακολουθώντας τη μεθοδολογία και τις παραδοχές που παρουσιάζονται εδώ.

Ένταση άνθρακα της ηλεκτροπαραγωγής

Η ένταση άνθρακα[1] αποτελεί σημαντικό δείκτη της πορείας απανθρακοποίησης του τομέα της ηλεκτροπαραγωγής. Χαμηλή τιμή έντασης άνθρακα σημαίνει καθαρότερο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής, λιγότερο εξαρτημένο από τα ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα.

Η πρόοδος που έχει συντελεστεί ήδη φαίνεται από τη μεγάλη μείωση της έντασης άνθρακα την τελευταία δεκαετία. Από το 2013 -έτος έναρξης της τρίτης φάσης του ΣΕΔΕ, κατά την οποία σταμάτησαν να παραχωρούνται δωρεάν δικαιώματα εκπομπών άνθρακα στην ηλεκτροπαραγωγή- έως και το 2019, η ένταση άνθρακα κυμαινόταν πάνω από τα 500 γρ. CO2/kWh. Η υψηλότερη μέση ετήσια ένταση άνθρακα της τελευταίας δεκαετίας σημειώθηκε το 2014 (875 γρ. CO2/kWh). Ωστόσο, 10 χρόνια αργότερα, το 2023, η ένταση άνθρακα σχεδόν υποτριπλασιάστηκε για να φτάσει τα 315 γρ. CO2/kWh. Τη μεγαλύτερη συνεισφορά σε αυτή τη μείωση των εκπομπών έχει η πτώση της παραγωγής από λιγνίτη κατά 80.6% μεταξύ 2013 και 2023.

Η πρόοδος συνεχίζεται και το 2024, καθώς τους πρώτους επτά μήνες η μέση ένταση άνθρακα μειώθηκε περαιτέρω στα 267 γρ. CO2/kWh. Ωστόσο, τον Ιούλιο η ένταση άνθρακα ήταν 283 γρ. CO2/kWh, σημειώνοντας αύξηση σε σχέση με τους προηγούμενους τρεις μήνες (Απρίλιο-Ιούνιο) εξαιτίας της αυξημένης χρήσης των ορυκτών καυσίμων και κυρίως του ορυκτού αερίου.

Οι εκπομπές το 2024 θα μπορούσαν να μειωθούν ακόμα περισσότερο εάν είχαν αποφευχθεί οι περικοπές ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ και η αντίστοιχη ποσότητα ενέργειας διοχετευόταν για να περιορίσει την παραγωγή μονάδων αερίου. Συνολικά, μέχρι τον Ιούλιο περικόπηκαν 528 GWh (49 τον Μάρτιο, 259 τον Απρίλιο, 122 τον Μάιο,  64 τον Ιούνιο και 33 τον Ιούλιο). Λαμβάνοντας υπόψη την ένταση άνθρακα των μηνών αυτών, θα μπορούσαν να έχουν εκπεμφθεί 129 χιλιάδες τόνοι διοξειδίου του άνθρακα λιγότεροι, δηλαδή όσες περίπου και οι εκπομπές του λιγνιτικού σταθμού Μελίτη Ι στο επτάμηνο.

Εκπομπές ανά καύσιμο

Τον Ιούλιο, οι εκπομπές των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής πλησίασαν τους 2 εκατ. τόνους (1.8 εκατ. τόνοι). Ήταν οι υψηλότερες μετά τον Αύγουστο του 2022 (2.48 εκατ. τόνους).

Συνολικά, τους πρώτους επτά μήνες του 2024 εκτιμάται ότι εκπέμφθηκαν 8.61 εκατ. τόνοι CO2 για την παραγωγή ηλεκτρισμού.

Οι εκπομπές των μονάδων ορυκτού αερίου ξεπέρασαν το 50% των συνολικών εκπομπών της χώρας (4.4 εκατ. τόνοι ή 51.1%), καθώς επίσης και τις αντίστοιχες των λιγνιτικών μονάδων (2.55 εκατ. τόνοι ή 29.6%). Πολύ μικρότερο ήταν το μερίδιο των πετρελαϊκών μονάδων (1.66 εκατ. τόνοι ή 19.3%).

Οι εκπομπές του τομέα ηλεκτροπαραγωγής μειώθηκαν μόνο κατά 0.26 εκατ. τόνους (-2.9%) το επτάμηνο του 2024 σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2023. Η μικρή μείωση οφείλεται κυρίως στην αύξηση της χρήσης του ορυκτού αερίου που σχεδόν ισοσκέλισε την πτώση των εκπομπών από τη μείωση του λιγνίτη. Οι εκπομπές των μονάδων αερίου αυξήθηκαν κατά 0.96 εκατ. τόνους (ή +27.9%) λόγω της αντίστοιχης αύξησης της ηλεκτροπαραγωγής από αέριο κατά 33.5% τους πρώτους επτά μήνες του 2024. Αντίθετα, οι εκπομπές των λιγνιτικών μονάδων μειώθηκαν κατά 1.32 εκατ. τόνους (ή -34.2%) ως αποτέλεσμα της μειωμένης ηλεκτροπαραγωγής από λιγνιτικές μονάδες κατά 31%. Τέλος, λίγο αυξημένες συγκριτικά με το επτάμηνο του 2023 εμφανίστηκαν οι εκπομπές από τις μονάδες πετρελαίου (+0.11 εκατ. τόνοι ή +6.8%).

Μεγαλύτερη ήταν η μείωση στις συνολικές εκπομπές τους πρώτους επτά μήνες του 2024 συγκριτικά με τον μέσο όρο της πενταετίας (-3.2 εκατ. τόνους ή -27.1%). Η μείωση προήλθε από δύο μόνο καύσιμα, με μεγαλύτερη αυτή από τον λιγνίτη (-3.43  εκατ. τόνοι ή -57.4%). Είναι χαρακτηριστικό ότι στην αρχή της πενταετίας (2019) οι εκπομπές από τις λιγνιτικές μονάδες (10.63 εκατ. τόνοι) ήταν παραπάνω από τετραπλάσιες σε σχέση με το επτάμηνο του 2024. Ακολούθησε σε μείωση το πετρέλαιο (-0.05 εκατ. τόνοι ή -8.9%), ενώ στο ορυκτό αέριο καταγράφηκε αύξηση (+0.28 εκατ. τόνοι ή +6.8%).

Εκπομπές ανά σταθμό ηλεκτροπαραγωγής

Σε ό,τι αφορά τον επιμερισμό των εκπομπών στους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, ο λιγνιτικός ατμοηλεκτρικός σταθμός (ΑΗΣ) του Αγίου Δημητρίου διατήρησε την 1η θέση κατά τους πρώτους επτά μήνες του 2024, με εκπομπές 1.67 εκατ. τόνους (65.6% των εκπομπών από τις λιγνιτικές μονάδες). Τους πρώτους πέντε μήνες του 2024 λειτούργησαν οι τρεις από τις πέντε μονάδες του (III-V), αυτές που καλύπτουν την τηλεθέρμανση της πόλης της Κοζάνης. Τον Ιούνιο λειτούργησε μόνο η μονάδα ΙΙΙ με μικρή παραγωγή (19.3 GWh), ενώ τον Ιούλιο λειτούργησαν και οι πέντε μονάδες του σταθμού (137.7 GWh).

Ενώ στο εξάμηνο ήταν στην τρίτη θέση, η Πτολεμαΐδα 5 ανέβηκε στη δεύτερη θέση με 0.73 εκατ. τόνους κατά το επτάμηνο κυρίως λόγω της αυξημένης παραγωγής της τον Ιούλιο, όταν και καταγράφηκε η υψηλότερη μηνιαία παραγωγή του έτους (216.4 GWh). Ο τρίτος λιγνιτικός σταθμός, δηλαδή ο ΑΗΣ Μελίτης, βρέθηκε στην 19η θέση με 0.13 εκατ. τόνους, ενώ ο τέταρτος λιγνιτικός σταθμός που εξακολουθεί να παραμένει διαθέσιμος, ο ΑΗΣ Μεγαλόπολης 4, δεν έχει λειτουργήσει πρακτικά καθόλου το 2024.

Στην 3η θέση βρέθηκε η μονάδα ορυκτού αερίου  Άγιος Νικόλαος ΙΙ (0.72 εκατ. τόνοι), ενώ στην 4η το Λαύριο IV-V (0.57 εκατ. τόνοι). Συνολικά, οι μονάδες με καύσιμο το ορυκτό αέριο ξεπέρασαν το 60% (63.3%) των εκπομπών από τις θερμικές μονάδες του διασυνδεδεμένου δικτύου της χώρας (λιγνίτης και ορυκτό αέριο μαζί).

Στα Μη Διασυνδεμένα Νησιά, τις πρώτες τρεις θέσεις σε εκπομπές καταλαμβάνουν οι πετρελαϊκοί σταθμοί που βρίσκονται στην Κρήτη (Αθερινόλακκος, Λινοπεράματα και Χανιά), με εκπομπές 0.38, 0.29 και 0.15 εκατ. τόνους αντίστοιχα τους πρώτους επτά μήνες του 2024. Οι τρεις αυτοί σταθμοί, που είναι αθροιστικά υπεύθυνοι για το 50% των συνολικών εκπομπών στα μη διασυνδεδεμένα νησιά, βρέθηκαν στην 8η, 13η και 16η θέση αντίστοιχα στη γενική κατάταξη όλων των θερμικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής της χώρας ως προς τις εκπομπές τους.

Οι εκπομπές των θερμικών μονάδων της ΔΕΗ

Η ΔΕΗ έχει πραγματοποιήσει μεγάλη πρόοδο τα τελευταία δύο χρόνια σε ό,τι αφορά τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από τις θερμικές της μονάδες. Συγκεκριμένα, το 2022 κατόρθωσε να περιορίσει τις εκπομπές της στους 14.94 εκατ. τόνους, 35% λιγότερους από τα αντίστοιχα επίπεδα του 2019 (23.09 εκατ. τόνους). Το 2023, η μείωση σε σχέση με το 2019 ξεπέρασε το 50% (-50.3%), καθώς αθροιστικά όλες οι θερμικές μονάδες της ΔΕΗ εκτιμάται ότι εξέπεμψαν 11.47 εκατ. τόνους[2].

Η ΔΕΗ δείχνει να παραμένει προσηλωμένη στη δραστική μείωση του ανθρακικού της αποτυπώματος. Συγκεκριμένα, στο στρατηγικό επιχειρησιακό της σχέδιο για την τριετία 2024 – 2026, το οποίο παρουσίασε τον Ιανουάριο του 2024 στο Capital Markets Day στο Λονδίνο, δεσμεύτηκε να περιορίσει το 2026 τις εκπομπές από τις θερμικές της μονάδες στους 5.9 εκατ. τόνους, μια μείωση της τάξης του 75% σε σχέση με τα επίπεδα του 2019.

Θεωρώντας ότι η μείωση των εκπομπών από τους 11.47 εκατ. τόνους το 2023 στους 5.9 εκατ. τόνους το 2026 θα είναι γραμμική, μπορεί να γίνει εκτίμηση των ετήσιων προϋπολογισμών άνθρακα της ΔΕΗ για κάθε έτος της τριετίας 2024-2026. Με αυτή την παραδοχή, ο διαθέσιμος προϋπολογισμός για το 2024 ανέρχεται σε 9.61 εκατ. τόνους.

Κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους, οι θερμικές μονάδες της ΔΕΗ εξέπεμψαν 5.78 εκατ. τόνους, καταγράφοντας μείωση 14.4% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2023. Η μείωση αυτή είναι σχεδόν πενταπλάσια από την αντίστοιχη ποσοστιαία μείωση που σημειώθηκε στις εκπομπές όλων των θερμικών μονάδων της χώρας μαζί (-2.9%). Συνεπώς, ο εναπομένων προϋπολογισμός άνθρακα της ΔΕΗ για τους υπόλοιπους πέντε μήνες του 2024 είναι 3.83 εκατ. τόνοι, δηλαδή το 39.9% του συνολικού προϋπολογισμού άνθρακα του έτους. Με βάση τις κλιματικές επιδόσεις του επτάμηνου, η ΔΕΗ βρίσκεται οριακά εκτός της τροχιάς επίτευξης του στόχου[3].

Μπορείτε να δείτε την εξέλιξη των εκπομπών του τομέα της ηλεκτροπαραγωγής από το 2013 ως σήμερα και να διαβάσετε τις αναλύσεις προηγούμενων μηνών εδώ.

[1] Η ένταση άνθρακα ορίζεται ως ο λόγος των εκπομπών από τα τρία καύσιμα (λιγνίτης, αέριο και πετρέλαιο, συμπεριλαμβανομένων και των ΣΗΘΥΑ) ως προς τη συνολική ηλεκτροπαραγωγή της χώρας από το διασυνδεδεμένο δίκτυο και τα μη διασυνδεδεμένα νησιά.

[2] Στην τιμή αυτή περιλαμβάνονται οι εκπομπές όλων των θερμικών μονάδων της ΔΕΗ που καταγράφονται στο ΣΕΔΕ το 2023 (9.73 εκατ. τόνοι) και μια εκτίμηση των εκπομπών της Πτολεμαΐδας 5 (1.735 εκατ. τόνοι), οι οποίες θα καταγραφούν επισήμως στο ΣΕΔΕ τα επόμενα χρόνια.

[3] Σημειώνεται πως οι εκπομπές εκτιμώνται με βάση τα δεδομένα των προηγούμενων ετών, όπως και η ηλεκτροπαραγωγή των μη διασυνδεδεμένων νησιών για τους μήνες του 2024 που δεν έχουν δημοσιευτεί ακόμα.