Άρθρο γνώμης της Ιόλης Χριστοπούλου επί του επικείμενου πολυνομοσχεδίου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, το οποίο μεταξύ άλλων θα αφορά το νέο πλαίσιο για τους Φορείς Διαχείρισης των Προστατευόμενων Περιοχών της χώρας.
Το άρθρο παρουσιάζει τους τρεις βασικούς τομείς στους οποίους το νομοσχέδιο πρέπει να δώσει έμφαση ώστε να υπάρξουν ουσιαστικές βελτιώσεις και η Ελλάδα να αποκτήσει ένα αποτελεσματικό σύστημα προστατευόμενων περιοχών.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στη Huff Post Greece στις 18 Φεβρουαρίου 2020 με τον τίτλο:
Άλλο ένα νέο πλαίσιο για την προστασία της φύσης ή ουσιαστική βελτίωση;
Ακολουθεί ολόκληρο το άρθρο:
Το αμέσως επόμενο διάστημα αναμένεται να τεθεί σε διαβούλευση το πρώτο πολυνομοσχέδιο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Μία από τις θεματικές, με βάση την παρουσίαση του κ. Χατζηδάκη στις περιβαλλοντικές Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις την προηγούμενη εβδομάδα, θα αφορά το νέο πλαίσιο για τους Φορείς Διαχείρισης των Προστατευόμενων Περιοχών της χώρας.
Δεν είναι η πρώτη φορά που επιχειρείται κάτι τέτοιο. Ακριβώς πριν από δύο χρόνια, τον Φεβρουάριο του 2018, ψηφίστηκε ένας νέος νόμος που χαρακτηρίστηκε ορόσημο, καθώς, εάν εφαρμοζόταν έγκαιρα θα έβαζε τέλος σε μία συζήτηση που είχε μείνει ανοιχτή επί χρόνια.
Δυστυχώς, η εφαρμογή καθυστέρησε και τα σενάρια για αλλαγές φούντωσαν. Ήδη η πρόταση για μεταφορά των αρμοδιοτήτων των φορέων διαχείρισης στις περιφέρειες φαίνεται να έχει απορριφθεί, καθώς προκάλεσε τη σχεδόν σύσσωμη αντίδραση των εμπλεκόμενων φορέων. Η αντίδραση φανέρωσε μία σπάνια ζύμωση διαφορετικών απόψεων που συγκλίνουν σε κοινές διαπιστώσεις αδυναμίας διακυβέρνησης και σταθερής ανεπάρκειας πόρων. Με βάση τα στοιχεία του περιβαλλοντικού προγράμματος του ΟΗΕ, μόλις το 1% των προστατευόμενων περιοχών της χώρας έχει αποτελεσματική διαχείριση. Η αντίδραση επίσης φανέρωσε την ωρίμανση ενός χώρου που θέλει να δει επιτέλους τις προστατευόμενες περιοχές της χώρας να συμβάλουν καθοριστικά στην παγκόσμια προσπάθεια αντιμετώπισης της οικολογικής κρίσης που οδηγεί ένα εκατομμύρια είδη ζώων και φυτών σε εξαφάνιση.
Αναμένοντας τις λεπτομέρειες του πλαισίου, διακρίνουμε τρεις τομείς στους οποίους το νομοσχέδιο θα πρέπει να δώσει έμφαση για να ανταποκριθεί στο παραπάνω πάγιο, πλέον, αίτημα:
1) Κεντρική υποστήριξη. Το Υπουργείο Περιβάλλοντος πρέπει επιτέλους να αναλάβει τον ρόλο του ως υπεύθυνου εποπτεύοντα και συντονιστικού οργανισμού. Πρέπει να παρέχει επιχειρησιακή υποστήριξη σε θέματα λειτουργικά, εργασιακά, φοροτεχνικά κοκ, ώστε να μπορούν όλες και όχι μόνο μερικές από τις προστατευόμενες περιοχές, να λειτουργούν τα Σαββατοκύριακα και να έχουν όλες, και όχι μόνο μερικές, τη δυνατότητα να πωλούν αναμνηστικά προϊόντα και υπηρεσίες. Μέχρι σήμερα αυτό δεν ήταν δυνατόν καθώς οι φορείς λαμβάνουν αντιφατικές οδηγίες ή είχαν αφεθεί να ερμηνεύουν ξεχωριστά ο καθένας έναν δαίδαλο γενικών και ειδικών διατάξεων. Επιπλέον, πρέπει να παρέχει ενιαίες κατευθύνσεις και κοινά πρότυπα για τη διαχείριση των περιοχών. Διαφορετικές περιοχές στις οποίες εντοπίζονται ίδια είδη πρέπει να συλλέγουν κάποια ελάχιστα κοινά στοιχεία με τον ίδιο τρόπο τα οποία να συγκεντρώνονται συστηματικά στο κεντρικό επίπεδο. Αντίστοιχα το Υπουργείο πρέπει να παρέχει ενιαία πρωτόκολλα για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων περιστατικών κυρίως των αυθαίρετων ή των παράνομων ενεργειών.
Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει, όμως, να δημιουργηθεί ένα βαρύ γραφειοκρατικό κέντρο που τελικά να γίνει τροχοπέδη στην αυτονομία των κινήσεων και τον περιορισμό των δράσεων που είναι απαραίτητες για την πληρέστερη προστασία της κάθε περιοχής. Μάλιστα, στο πλαίσιο της σύγχρονης αντίληψης της διοίκησης, το Υπουργείο θα πρέπει να είναι ανοιχτό στις προτάσεις και επισημάνσεις που προέρχονται από το τοπικό επίπεδο. Συνεπώς, θα πρέπει να διασφαλίσει όχι μόνο την κάθετη επικοινωνία αλλά και την οριζόντια δικτύωση ώστε να υπάρχει ανταλλαγή τεχνογνωσίας, εμπειρίας και βέλτιστων πρακτικών.
2) Επαρκείς και σταθεροί πόροι: Η διατήρηση της φύσης απαιτεί πόρους, ανθρώπινο δυναμικό, χρηματοδότηση και εξοπλισμό. Κατά καιρούς διατυπώνονται προτάσεις για αυτοχρηματοδότηση του συστήματος των προστατευόμενων περιοχών. Κάτι τέτοιο δεν έχει πετύχει σε καμία χώρα. Το κράτος οφείλει να διασφαλίζει τον βασικό κορμό του συστήματος των προστατευόμενων περιοχών ώστε να καλύπτει τις ανάγκες προστασίας και της πιο ψηλής κορυφής και της πιο μικρής νησίδας. Μέχρι σήμερα η ελληνική πολιτεία δεν έχει διασφαλίσει ούτε τα βασικά. Μόλις από το 2018, διατίθενται περίπου € 2 εκ./έτος από τον τακτικό προϋπολογισμό για τις λειτουργικές δαπάνες των φορέων που έχουν στην αρμοδιότητα τους το ένα τρίτο της έκτασης της χώρας και την ευθύνη διατήρησης σημαντικών και απειλούμενων ειδών πανίδας και χλωρίδας. Οι υπόλοιποι πόροι προέρχονται κυρίως από το Πράσινο Ταμείο (περίπου € 7 εκ), το ΕΣΠΑ (περίπου €30 εκ).
Εκτός πλέον μνημονιακών δεσμεύσεων, το Υπουργείο θα πρέπει να διασφαλίσει επαρκείς πόρους από τον τακτικό προϋπολογισμό που να ανταποκρίνονται στην ευθύνη που έχει το κράτος για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος. Παράλληλα, θα πρέπει να εξαντληθεί κάθε δυνατότητα αξιοποίησης των πόρων από τα διαφορετικά ταμεία του νέου ΕΣΠΑ 2021-2027 και να εξετάσει προσεκτικά τις προτάσεις που έχουν κατατεθεί τα τελευταία χρόνια για πρόσθετες πηγές χρηματοδότησης.
3) Συμμετοχική διακυβέρνηση: Οι προστατευόμενες περιοχές δεν είναι νησίδες προστασίας αλλά χωροθετούνται σε περιοχές όπου αναπτύσσονται ποικίλες οικονομικές δραστηριότητες, αγροτικές, βιοτεχνικές, τουριστικές, κοκ. Με τους κανόνες που θέτουν οι απαιτήσεις προστασίας, οι δραστηριότητες αυτές πρέπει να προσαρμοστούν. Οι προσαρμογές αυτές δημιουργούν παρεξηγήσεις, εντάσεις, αλλά και νέες ιδέες και συνέργειες. Για να βρει ο κάθε εμπλεκόμενος φορέας τον τρόπο που θα αναπτύσσει τις δραστηριότητες του όχι μόνο χωρίς να υποβαθμίζει την περιοχή αλλά κυρίως συμβάλλοντας στην προστασία της απαιτούνται συντονισμένες δομές διαλόγου. Το σύστημα των προστατευόμενων περιοχών πρέπει να διατηρήσει και να ενισχύσει τον συμμετοχικό χαρακτήρα της διακυβέρνησης επιδιώκοντας τη δέσμευση των εμπλεκομένων στην καλή λειτουργία της προστατευόμενης περιοχής, στη βάση επιστημονικής ακεραιότητας και κλίματος εμπιστοσύνης.
Παράλληλα, με τους τρεις παραπάνω τομείς, το νομοσχέδιο θα πρέπει να ξεκαθαρίσει και να ενισχύσει τις διατάξεις που προβλέπουν αξιολόγηση του συστήματος προστατευόμενων περιοχών, όπως γίνεται και για όλα τα σύγχρονα συστήματα διοίκησης. Στην κατεύθυνση αυτή θα πρέπει να αναβαθμίσει τον ρόλο της Επιτροπής Φύση 2000, η οποία ήδη επεξεργάζεται σχετική μεθοδολογία στη βάση διεθνών προτύπων.
Οι προστατευόμενες περιοχές μπορούν να αποτελέσουν πόλους βιώσιμης ανάπτυξης. Η Ελλάδα μπορεί επίσης να δημιουργήσει μία ενιαία ταυτότητα για τις προστατευόμενες περιοχές (π.χ. Nature Greece), η οποία θα αποφέρει θέσεις εργασίας, θα δώσει προστιθέμενη αξία σε τοπικά προϊόντα και θα φέρει νέες ευκαιρίες στον τουρισμό – όλο τον χρόνο. Προϋπόθεση, όμως, είναι η λειτουργία ενός αποτελεσματικού εθνικού συστήματος προστατευόμενων περιοχών. Το Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας με το νέο νομοσχέδιο έχει την ευκαιρία να φέρει ουσιαστικές βελτιώσεις στο σύστημα των προστατευόμενων περιοχών. Θα την αξιοποιήσει;