Υποσχόμενη λύση η μετατροπή των λιγνιτικών μονάδων σε μονάδες αποθήκευσης ενέργειας με δύο νέες τεχνολογίες

Άρθρο του energypress για την ομιλία του Νίκου Μάντζαρη στο συνέδριο “Renewable & Storage Forum” σχετικά με τις αναδυπόμενες τεχνολογίες αποθήκευσης ενέργειας και ειδικότερα τις τεχνολογίες θερμικής αποθήκευσης μέσω μετατροπής λιγνιτικών μονάδων και τις τεχνολογίες υδρογόνου.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο energypress στις 9 Δεκεμβρίου 2020 με τον τίτλο

Υποσχόμενη λύση η μετατροπή των λιγνιτικών μονάδων σε μονάδες αποθήκευσης ενέργειας με δύο νέες τεχνολογίες

Ακολουθεί το πλήρες άρθρο.

Η μετατροπή των λιγνιτικών μονάδων σε μονάδες αποθήκευσης έχει τη δυνατότητα να προσφέρει σημαντικές λύσεις για την ενεργειακή μετάβαση και τις λιγνιτικές περιοχές, σύμφωνα με τα όσα παρουσίασε ο Νίκος Μάντζαρης, αναλυτής πολιτικής και συνιδρυτής του Green Tank, στο πρόσφατο Renewable & Storage Forum.

Σημειώνεται ότι πανευρωπαϊκά 93 γιγαβάτ μονάδων άνθρακα τελούν υπό απόσυρση και η ισχύς αυτή θα φτάσει τα 118 γιγαβάτ ως το 2030. Ταυτόχρονα, η διείσδυση των ΑΠΕ δημιουργεί έντονη ανάγκη για αποθήκευση ενέργειας, άρα μια λύση είναι η χρήση των ίδιων των μονάδων άνθρακα για την αποθήκευση.

Μια αναδυόμενη τεχνολογία χρησιμοποιεί την ενέργεια των ΑΠΕ που περνάει μέσα από μια αντίσταση και στη συνέχεια αποθηκεύεται σε υλικό υψηλής θερμοχωρητικότητας. Ένα παράδειγμα είναι το σύστημα που αναπτύσει από το 2014 η Siemens Gamesa με χρήση ηφαιστιακών πετρών, το οποίο έχει χαμηλό κόστος, βαθμό απόδοσης 44-45% και χρειάζεται κλίμακα γιγαβατωρών για να έχει εμπορική λειτουργία. Μια πιο ώριμη λύση είναι η θερμική αποθήκευση με τηγμένα άλατα και ηλιοθερμικά, ενώ σήμερα γίνονται προσπάθειες σε χώρες όπως η Γερμανία για συνδυασμό της τεχνολογίας με θερμικές μονάδες. 

Τα πλεονεκτήματα από το συνδυασμό των παραπάνω λύσεων με τις μονάδες άνθρακα είναι ότι διατηρούνται θέσεις εργασίας στον κλάδο, ενώ πέρα από την αντικατάσταση του λέβητα η υπόλοιπη διαδικασία είναι γνώριμη. Ταυτόχρονα, η αποθήκευση έχει σχετικά χαμηλό κόστος και υψηλή διάρκεια ζωής ενώ το εκτιμώμενο LCOE ανέρχεται στα 120 ευρώ ανά μεγαβατώρα.

Στην περίπτωση του υδρογόνου, το μεγάλο πλεονέκτημα είναι η απανθρακοποίηση πιο “δύσκολων” τομέων, όπως οι μεταφορές, τα κτήρια και η βιομηχανία. Όπως είναι φυσικό, το περιβαλλοντικό αποτύπωμα και το κόστος του υδρογόνου βασίζεται στον τρόπο παραγωγής του, αν δηλαδή γίνεται μέσω ορυκτών καυσίμων ή ΑΠΕ με 2,9-6,5 δολάρια ανά κιλό στην τελευταία περίπτωση. Οι πιθανές εφαρμογές είναι πολλές με παραδείγματα σε όλο το φάσμα των μεταφορών και πολύ υποσχόμενες λύσεις στα κτήρια τα οποία άλλωστε αντιστοιχούν στο 28% των παγκοσμίων εκπομπών ρύπων. Αντίστοιχα, στη βιομηχανία το υδρογόνο μπορεί να παρέχει θέρμανση, χρήσεις στα διϋλιστήρια και στην παραγωγή αμμωνίας και μεθανόλης. Ιδιαίτερη μνεία έκανε ο κ. Μάντζαρης στη χρήση του για την παραγωγή χάλυβα, καθώς πρόκειται για μια παραδοσιακά ενεργοβόρο διαδικασία που μπορεί να γίνει έτσι πιο “πράσινη”.

Τέλος, το υδρογόνο έχει εφαρμογή και στην ίδια την ηλεκτροπαραγωγή μέσω της καύσης σε υφιστάμενους αεριοστρόβιλους και CCGT με ορισμένα πιλοτικά προγράμματα να τρέχουν αυτό το διάστημα στην Ιταλία και τη Γαλλία.