Τα τρία κόμματα που σχημάτισαν τη νέα κυβέρνηση της Γερμανίας (σοσιαλδημοκράτες, πράσινοι, φιλελεύθεροι) συμφώνησαν στην απολιγνιτοποίηση της χώρας το 2030 έναντι του 2038 και στην ένταση της ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ). Έχουν, όμως, περιπλέξει τα κλιματικά σχέδια της Γερμανίας επιλέγοντας να επεκτείνουν τη χρήση του ορυκτού αερίου.
Ο στόχος που θέτουν είναι η κάλυψη 80% της ακαθάριστης ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ μέχρι το 2030 (σε σύγκριση με τον προηγούμενο στόχο του 65%) με την εγκατάσταση ισχύος 220 GW από φωτοβολταϊκά και τουλάχιστον 30 GW από υπεράκτια αιολικά μέχρι το 2030, αλλά και κάλυψη του 2% της έκτασης της Γερμανίας από χερσαία αιολικά. Επιπλέον ο στόχος σχετικά με την παραγωγή υδρογόνου διπλασιάστηκε στα 10 GW. Μεταξύ μιας σειράς μέτρων, ο κυβερνητικός συνασπισμός θα διασφαλίσει επίσης μια περισσότερο τολμηρή τιμολόγηση των εκπομπών άνθρακα ώστε να δώσει κίνητρα για γρήγορη απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και περισσότερη υποστήριξη για το υδρογόνο ως εναλλακτική πηγή ενέργειας. Στο δρόμο προς την κλιματική ουδετερότητα η Γερμανία παραμένει ανοιχτή σε όλες τις τεχνολογίες, εκτός από την πυρηνική ενέργεια, η οποία θα εγκαταλειφθεί μέχρι τα τέλη του 2022 βάσει του προηγούμενου σχεδίου.
Για αυτή την απόφαση της γερμανικής κυβέρνησης οι περιβαλλοντικές οργανώσεις σχολιάζουν ότι η νέα κυβέρνηση κατανόησε τα οικονομικά και περιβαλλοντικά αδιέξοδα της προηγούμενης απόφασης απολιγνιτοποίησης για το 2038. Παρόλα αυτά όμως η μετάβαση από τον λιγνίτη/ λιθάνθρακα στο ορυκτό αέριο αποτελεί μια κοντόφθαλμη επιλογή παρά τις προβλέψεις για τη μελλοντική χρήση πράσινου υδρογόνου ως καύσιμο για τις μονάδες αερίου. Επισημαίνουν επίσης, πως η απόφαση απολιγνιτοποίησης της Γερμανίας εκθέτει πλέον ακόμα περισσότερο την Πολωνία, την Τσεχία και τη Βουλγαρία.
Περισσότερα για τη συμφωνία των τριών κυβερνητικών κομμάτων μπορείτε να διαβάσετε (στα γερμανικά) εδώ, ενώ τα σχόλια των περιβαλλοντικών οργανώσεων μπορείτε να διαβάσετε (στα αγγλικά) εδώ.