Το ανθρακικό αποτύπωμα της ηλεκτροπαραγωγής – Ιανουάριος 2024

Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα δεδομένα ηλεκτροπαραγωγής (Ιανουάριος 2024 για το διασυνδεμένο δίκτυο και Δεκέμβριος 2023 για τα μη διασυνδεδεμένα νησιά) και αυτά των ετήσιων εκπομπών CO2 από το ΣΕΔΕ (2022), εκτιμώνται οι μηνιαίες εκπομπές από κάθε μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Ελλάδας, ακολουθώντας τη μεθοδολογία και τις παραδοχές που παρουσιάζονται εδώ.

Εκπομπές ανά καύσιμο

Συνολικά τον πρώτο μήνα του έτους εκτιμάται ότι εκπέμφθηκαν 1.28 εκατ. τόνοι CO2 για την παραγωγή ηλεκτρισμού. Οι εκπομπές από τις μονάδες ορυκτού αερίου (0.56 εκατ. τόνοι ή 43.7%) ξεπέρασαν ελαφρά τις αντίστοιχες των λιγνιτικών (0.55 εκατ. τόνοι ή 42.8%), αντιστρέφοντας την τάση που υπήρχε τους δύο τελευταίους μήνες του 2023 (Νοέμβριος-Δεκέμβριος). Πολύ μικρότερο ήταν το μερίδιο από τις πετρελαϊκές μονάδες (0.17 εκατ. τόνοι ή 13.5%)

Οι εκπομπές του τομέα ηλεκτροπαραγωγής αυξήθηκαν κατά 0.08 εκατ. τόνους ή +6.2% τον Ιανουάριο του 2024 σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2023. Αυτό οφείλεται στην αύξηση των εκπομπών του ορυκτού αερίου (+0.18 εκατ. τόνους ή +46.6%), η οποία με τη σειρά της ήταν αποτέλεσμα της αύξησης της ηλεκτροπαραγωγής από μονάδες ορυκτού αερίου κατά 57.8%. Στα άλλα δύο καύσιμα παρατηρήθηκε μείωση στις εκπομπές με μεγαλύτερη αυτή από τις λιγνιτικές μονάδες (-0.09 εκατ. τόνοι ή -13.6%), ενώ ακολούθησαν οι πετρελαϊκές (-0.01 εκατ. τόνοι ή -7.3%).

Σε αντίθεση με την ετήσια αύξηση των εκπομπών μεταξύ του Ιανουαρίου 2024 και του αντίστοιχου μήνα πέρσι, παρατηρήθηκε μείωση 0.88 εκατ. τόνων σε σχέση με τον μέσο όρο της πενταετίας (-40.6%). Η μείωση προήλθε και από τα τρία καύσιμα με μεγαλύτερη αυτή από τον λιγνίτη (-0.71 εκ. τόνοι ή 56.4%). Είναι χαρακτηριστικό ότι στην αρχή της πενταετίας (2018) οι εκπομπές από τις λιγνιτικές μονάδες (2.44 εκατ. τόνοι) ήταν παραπάνω από τέσσερις φορές περισσότερες από αυτές του Ιανουαρίου 2024. Ακολούθησε σε μείωση το ορυκτό αέριο (-0.09 εκατ. τόνοι ή -13.8%) και έπειτα το πετρέλαιο (-0.08 εκατ. τόνοι ή -25.1%).

Οι εκπομπές ανά σταθμό ηλεκτροπαραγωγής

Σε ό,τι αφορά τον επιμερισμό των εκπομπών στους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, ο λιγνιτικός ατμοηλεκτρικός σταθμός (ΑΗΣ) του Αγίου Δημητρίου διατήρησε την 1η θέση και κατά τον πρώτο μήνα του 2024 με εκπομπές 0.4 εκατ. τόνους (74% των εκπομπών από τις λιγνιτικές μονάδες), λειτουργώντας τις τρεις από τις πέντε μονάδες του (III-V).

Στη δεύτερη θέση βρέθηκε η Πτολεμαΐδα 5 με 0.12 εκατ. τόνους, η οποία τον Ιανουάριο παρήγαγε το 31.2% της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής, με συντελεστή χρήσης 26.6%. Από τους υπόλοιπους λιγνιτικούς σταθμούς λειτούργησε μόνο ο ΑΗΣ Μελίτη Ι, εκπέμποντας 0.02 εκατ. τόνους (14η θέση) έπειτα από τρεις συνεχόμενους μήνες με μηδενική παραγωγή.

Την 3η θέση της κατάταξης των μεγαλύτερων ρυπαντών στην ηλεκτροπαραγωγή κατέλαβε ο σταθμός ορυκτού αερίου Άγιος Νικόλαος ΙΙ με 0.11 εκατ. τόνους, ο οποίος εκτόπισε στην 4η θέση τη Μεγαλόπολη V που εξέπεμψε 0.1 εκατ. τόνους. Ακολουθούν στην κατάταξη 6 σταθμοί ορυκτού αερίου, ενώ συνολικά οι μονάδες με καύσιμο το ορυκτό αέριο ήταν υπεύθυνες για περισσότερες από τις μισές εκπομπές (50.6%) των θερμικών μονάδων του διασυνδεδεμένου δικτύου της χώρας (λιγνίτης και ορυκτό αέριο μαζί).

Στα Μη Διασυνδεμένα Νησιά, την πρωτιά σε εκπομπές κατείχαν οι τρεις πετρελαϊκοί σταθμοί που βρίσκονται στην Κρήτη (Αθερινόλακκος, Λινοπεράματα και Χανιά) με συνολικές εκπομπές 0.08 εκατ. τόνους τον Ιανουάριο 2024, κατατάσσοντάς τους στην 11η, 13η και 15η θέση αντίστοιχα στη γενική κατάταξη όλων των θερμικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής της χώρας. Ακολούθησε ο σταθμός της Σορωνής στη Ρόδο (0.02 εκατ. τόνοι). Αθροιστικά οι τέσσερις πρώτοι σε εκπομπές πετρελαϊκοί σταθμοί αντιπροσωπεύουν το 59% των συνολικών εκπομπών στα μη διασυνδεδεμένα νησιά.

Οι εκπομπές των θερμικών μονάδων της ΔΕΗ

Η ΔΕΗ πραγματοποίησε μεγάλη πρόοδο τα τελευταία δύο χρόνια σε ό,τι αφορά τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από τις θερμικές της μονάδες. Συγκεκριμένα, το 2022 κατόρθωσε να περιορίσει τις εκπομπές της στους 14.93 εκατ. τόνους, 35% λιγότερους από τα αντίστοιχα επίπεδα του 2019 (23.09 εκ. τόνους). Παράλληλα  το 2023 η μείωση σε σχέση με το 2019 ξεπέρασε το 50% (-51.1%), καθώς αθροιστικά όλες οι θερμικές μονάδες της ΔΕΗ εκτιμάται[1] ότι εξέπεμψαν 11.29 εκατ. τόνους.

Παρά το γεγονός ότι έχασε για λίγο τους στόχους που αποτυπώνονται στα τρία ομολογιακά δάνεια που σύναψε το 2021 για μείωση των εκπομπών των θερμικών της μονάδων κατά 40% το 2022 και κατά 57% το 2023 σε σχέση με τα επίπεδα του 2019, η ΔΕΗ δείχνει να παραμένει προσηλωμένη στη δραστική μείωση του ανθρακικού της αποτυπώματος. Συγκεκριμένα, στο νέο στρατηγικό επιχειρησιακό της σχέδιο για την τριετία 2024 – 2026, το οποίο παρουσίασε τον Ιανουάριο του 2024 στο Capital Markets Day στο Λονδίνο, δεσμεύτηκε να περιορίσει το 2026 τις εκπομπές από τις θερμικές της μονάδες στους 5.9 εκατ. τόνους, μια μείωση μεγαλύτερη από 74% σε σχέση με τα επίπεδα του 2019.

Θεωρώντας ότι η μείωση των εκπομπών από τους 11.29 εκατ. τόνους το 2023 στους 5.9 εκατ. τόνους το 2026 θα είναι γραμμική, μπορεί να γίνει εκτίμηση των ετήσιων προϋπολογισμών άνθρακα της ΔΕΗ για κάθε έτος της τριετίας 2024-2026. Για το 2024 ο διαθέσιμος προϋπολογισμός εκτιμάται ότι ανέρχεται σε 9.49 εκατ. τόνους.

Κατά τον πρώτο μήνα του έτους οι θερμικές μονάδες της ΔΕΗ εξέπεμψαν 0.92 εκατ. τόνους, καταγράφοντας μείωση 5.4% σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2023 – και μάλιστα παρά το γεγονός ότι οι εκπομπές όλων των θερμικών μονάδων της χώρας αυξήθηκαν κατά 6.2% την ίδια περίοδο. Συνεπώς, με βάση τα παραπάνω, ο εναπομένων προϋπολογισμός άνθρακα της ΔΕΗ για τους υπόλοιπους 11 μήνες του 2024 είναι 8.57 εκατ. τόνοι.

Μπορείτε να δείτε την εξέλιξη των εκπομπών του τομέα της ηλεκτροπαραγωγής από το 2013 ως σήμερα και να διαβάσετε τις αναλύσεις προηγούμενων μηνών εδώ.

[1] Μέχρι αυτή τη στιγμή δεν έχουν δημοσιευτεί τα επίσημα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Εμπορίας Εκπομπών για το 2023.