Η Δυτική Μακεδονία καλείται την τελευταία πενταετία να λύσει τον δύσκολο γρίφο του μετασχηματισμού του οικονομικού της μοντέλου, μακριά από τα ακριβά ορυκτά καύσιμα. Μια από τις προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει είναι αυτή της θέρμανσης και τηλεθέρμανσης, με τον τρέχοντα σχεδιασμό να προβλέπει τη «λύση» του ακριβού ορυκτού αερίου.
Όπως φάνηκε σε σχετική δημοσκόπηση του Green Tank, οι πολίτες της Δυτικής Μακεδονίας παρουσιάζουν υψηλό βαθμό ενημέρωσης τόσο ως προς τον σχεδιασμό για το μέλλον της θέρμανσης της περιοχής τους όσο και ως προς τη σύνδεση της ενεργειακής κρίσης με τα ορυκτά καύσιμα. Εμφανίζονται επίσης πιο θετικοί σε βιώσιμες λύσεις, όπως οι ΑΠΕ και οι αντλίες θερμότητας.
Από την άλλη, η πλειοψηφία εξ αυτών πιστεύει ότι ο λιγνίτης είναι η φθηνότερη πηγή παραγωγής ενέργειας – παρά το γεγονός ότι το κόστος καύσης του έχει εκτοξευτεί την τελευταία δεκαετία ως αποτέλεσμα του χρηματιστηρίου ρύπων – ενώ σχεδόν ένας στους 5 πολίτες της Δυτικής Μακεδονίας δηλώνει άγνοια για το σχέδιο για τη θέρμανση της περιοχής.
Σε μια ενδιαφέρουσα συζήτηση με τον δημοσιογράφο Αντώνη Μαυρίδη στον ρ/σ ΕΡΤ Κοζάνης (10/07/2024), ο Νίκος Μάντζαρης κλήθηκε να δώσει απαντήσεις στον εύλογο αντίλογο που υπάρχει σε μια περιοχή η οποία επί δεκαετίες πλήρωσε το μάρμαρο της κάλυψης των ενεργειακών αναγκών της χώρας, χτυπήθηκε όσο λίγες από την οικονομική κρίση και τώρα ατενίζει σε ένα πιο καθαρό μεν, αλλά αβέβαιο μέλλον.
Η συζήτηση ξεκίνησε με την εκτόξευση των τιμών ενέργειας, η οποία συνδέεται συχνά λανθασμένα με την απολιγνιτοποίηση. Ο αναλυτής πολιτικής του Green Tank εξήγησε πως το ράλι στις τιμές ενέργειας οφείλεται στο ότι δεν έχουμε αρκετές ώρες της ημέρας ΑΠΕ (κυρίως λόγω περικοπών και αυξημένης ζήτησης το βράδυ) και χρειάζεται να τις υποκαθιστούμε με ακριβό ορυκτό αέριο. Λόγω των υψηλών τιμών ενέργειας, καθώς έχει περιθώριο κέρδους, στο ενεργειακό μείγμα έχει μπει με μικρό μερίδιο αυτή την περίοδο και ο εξίσου ακριβός λιγνίτης.
Συνεπώς, η πτώση στις τιμές ενέργειας συμβαδίζει με την όλο και μεγαλύτερη επικράτηση των ΑΠΕ, σε συνδυασμό βέβαια με την εγκατάσταση υποδομών αποθήκευσης ενέργειας οι οποίες θα διασφαλίσουν τις όποιες αμφιβολίες για αστάθεια του συστήματος και επαρκή κάλυψη της ζήτησης.
Στην ίδια κατεύθυνση πρέπει να κινηθεί και το ζήτημα της θέρμανσης/τηλεθέρμανσης στη Δυτική Μακεδονία. Χρειάζεται πρώτα να σχεδιαστεί μια βιώσιμη μεταβατική λύση μέχρι το 2028 που αναμένεται να ολοκληρωθεί η ΣΗΘΥΑ, η οποία αποτελεί ωστόσο μια λανθασμένη επιλογή. Αντίθετα, προκρίνεται η κατασκευή φθηνών ηλεκτρολεβήτων με κάλυψη του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας από υφιστάμενους πόρους (πχ Πράσινο Ταμείο). Σε παράλληλο χρόνο και με εξίσου γρήγορους ρυθμούς, πάντως, πρέπει να υπάρξει σχεδιασμός και για μια μόνιμη λύση, η οποία για να είναι φθηνή και μακροχρόνια βιώσιμη πρέπει να βασίζεται σε μείγμα τεχνολογιών ΑΠΕ.
Για την εγκατάσταση και τη λειτουργία του πλέγματος αυτών των «πράσινων» λύσεων για τη θέρμανση της περιοχής, υπάρχουν προγράμματα (όπως το «Απόλλων» ή για φωτοβολταϊκά και μπαταρίες σε ενεργειακές κοινότητες σε λιγνιτικές περιοχές) που μπορούν να αξιοποιηθούν έτσι ώστε να μην επωμιστούν το κόστος οι πολίτες ή η Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Φυσικά, κατά τον Νίκο Μάντζαρη, η ενίσχυση των κονδυλίων, η δημιουργία νέων προγραμμάτων, η ειδική μέριμνα για τους νέους της Δυτικής Μακεδονίας και η μεγαλύτερη στήριξη πολιτών & μικρομεσαίων επιχειρήσεων κρίνονται απαραίτητες για να υπάρξει πραγματικό αντιστάθμισμα στις προκλήσεις που βιώνει η περιοχή μετά την απολιγνιτοποίηση.
Mπορείτε να παρακολουθήσετε τη ραδιοφωνική συνέντευξη στο κανάλι μας στο YouTube.