Το Μάρτιο 2025 οι εκπομπές άνθρακα από τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής ήταν 1.01 εκατ. τόνοι, μειωμένες κατά 41% σε σχέση με το Φεβρουάριο. Συνολικά το πρώτο τρίμηνο του 2025 εκπέμφθηκαν 4.5 εκατ. τόνοι από τον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής. Οι εκπομπές από τις μονάδες ορυκτού αερίου για το πρώτο τρίμηνο ήταν οι υψηλότερες της δεκαετίας με 2.36 εκατ. τόνους. Στην πρώτη πεντάδα των ρυπαντών βρέθηκαν 2 λιγνιτικοί σταθμοί και 3 σταθμοί αερίου. Ο τομέας ηλεκτροπαραγωγής έχει ήδη καλύψει το 44% του προϋπολογισμού άνθρακα για το 2025 (10.2 εκατ. τόνοι) με βάση το τελικό αναθεωρημένο ΕΣΕΚ και βρίσκεται εκτός τροχιάς επίτευξης.
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα δεδομένα ηλεκτροπαραγωγής (Μάρτιος 2025 τόσο για το διασυνδεμένο δίκτυο όσο και για τα μη διασυνδεδεμένα νησιά) και αυτά των ετήσιων εκπομπών CO2 από το ΣΕΔΕ (2023), εκτιμώνται οι μηνιαίες εκπομπές από κάθε μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Ελλάδας, ακολουθώντας τη μεθοδολογία και τις παραδοχές που παρουσιάζονται εδώ.
Τον Μάρτιο 2025 η ένταση άνθρακα [1] ήταν 225 γρ. CO2/kWh, 33% χαμηλότερη σε σχέση με τον μέσο όρο του προηγούμενου τριμήνου (333 γρ. CO2/kWh για το διάστημα Δεκέμβριος-Ιανουάριος-Φεβρουάριος) και η δεύτερη χαμηλότερη ιστορικά μετά τον Οκτώβριο 2024 (212 γρ. CO2/kWh). Η μείωση αυτή οφείλεται στη μεγάλη πτώση του ορυκτού αερίου και του λιγνίτη τον τελευταίο μήνα σε σχέση με τους δύο προηγούμενους, και στην αισθητή αύξηση των ΑΠΕ που πέρασαν στην πρώτη θέση της ηλεκτροπαραγωγής.
Τον Μάρτιο 2025 οι εκπομπές άνθρακα από τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής που χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα ήταν 1.01 εκατ. τόνοι, μειωμένες σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα και σε επίπεδα παρόμοια με τις μηνιαίες εκπομπές Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 2024 (1.18 εκατ. τόνοι και 0.94 εκατ. τόνοι αντίστοιχα).
Παρά τη βελτίωση της έντασης άνθρακα τον Μάρτιο, οι εκπομπές του πρώτου τριμήνου του 2025 έφτασαν αθροιστικά τους 4.5 εκατ. τόνους, και ήταν οι υψηλότερες των τελευταίων τριών ετών. Σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2024 υπήρξε αύξηση των εκπομπών κατά 23% (+0.8 εκατ. τόνοι), για την οποία οφείλεται κατά κύριο λόγο η αύξηση της χρήσης ορυκτού αερίου . Οι εκπομπές του λιγνίτη και του πετρελαίου έμειναν σε παρόμοια επίπεδα με την αντίστοιχη περίοδο για το 2024, σημειώνοντας πολύ μικρές μεταβολές (+2.6% για το λιγνίτη και -0.6% για το πετρέλαιο).
Οι εκπομπές από τις μονάδες ορυκτού αερίου ήταν 2.36 εκατ. τόνοι για το πρώτο τρίμηνο του 2025, καταλήγοντας στις υψηλότερες της τελευταίας δεκαετίας και σε επίπεδα αντίστοιχα με τις εκπομπές από τις μονάδες λιγνίτη για την αντίστοιχη περίοδο του 2022 (2.43 εκατ. τόνοι). Επίσης, ευθύνονται για το 54% των συνολικών εκπομπών της ηλεκτροπαραγωγής, ένα ποσοστό το οποίο αυξάνεται σταθερά από την αντίστοιχη τρίμηνη περίοδο του 2023.
Οι εκπομπές από τις μονάδες λιγνίτη για το πρώτο τρίμηνο ήταν 1.52 εκατ. τόνοι, παραμένοντας κοντά στις εκπομπές του 2024 για το ίδιο διάστημα (1.48 εκατ. τόνοι). Το μερίδιο του λιγνίτη στις συνολικές εκπομπές ήταν 35%, εμφανίζοντας μείωση μεγαλύτερη του 50% την τελευταία δεκαετία για το πρώτο τρίμηνο του έτους.
Οι εκπομπές από τις μονάδες πετρελαίου στα μη διασυνδεδεμένα νησιά παρέμειναν σταθερές στους 0.52 εκατ. τόνους για τους πρώτους τρεις μήνες του 2025.
Όσον αφορά τον επιμερισμό των εκπομπών ανά σταθμό ηλεκτροπαραγωγής, ο λιγνιτικός ατμοηλεκτρικός σταθμός (ΑΗΣ) του Αγίου Δημητρίου παρέμεινε στην πρώτη θέση για το πρώτο τρίμηνο 2025, με εκπομπές 1.07 εκατ. τόνους (70.3% των συνολικών εκπομπών από λιγνιτικές μονάδες). Τον Μάρτιο λειτούργησαν δύο από τις πέντε μονάδες του σταθμού (ΑΗΣ Αγ. Δημητρίου ΙΙΙ και ΙV που συνδέονται με την τηλεθέρμανση Κοζάνης), παράγοντας 163 GWh. Στη δεύτερη θέση ήταν ο λιγνιτικός σταθμός της Πτολεμαΐδας 5 με εκπομπές 0.43 εκατ. τόνους και παράγοντας μόλις 14.05 GWh.
Την πρώτη πεντάδα των μεγαλύτερων ρυπαντών για το πρώτο τρίμηνο 2025 συμπλήρωσαν τρεις σταθμοί ορυκτού αερίου, ο Άγιος Νικόλαος ΙΙ (0.39 εκατ. τόνοι), η Μεγαλόπολη V (0.38 εκατ. τόνοι) και το Λαύριο IV-V (0.3 εκατ. τόνοι).
Στα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά, τις τρεις από τις πρώτες πέντε θέσεις κατείχαν οι πετρελαϊκοί σταθμοί της Κρήτης Αθερινόλακκος, Λινοπεράματα και ο σταθμός των Χανίων, με εκπομπές 0.12, 0.09 και 0.04 εκατ. τόνους αντίστοιχα. Τις άλλες δύο θέσεις στην πρώτη πεντάδα των μεγαλύτερων ρυπαντών με καύσιμο το πετρέλαιο, κατείχαν οι δύο σταθμοί στη Ρόδο με συνολικές εκπομπές 0.08 εκατ. τόνους.
Σύμφωνα με το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) που υποβλήθηκε τον Ιανουάριο 2025 στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι εκπομπές στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής αναμένεται να μειωθούν σημαντικά τα επόμενα χρόνια. Συγκεκριμένα στόχος είναι το 2030 οι εκπομπές και από τα τρία καύσιμα να μην ξεπερνούν τους 4 εκατ. τόνους. Αυτό συνιστά μια σημαντική μείωση (-91%) σε σχέση με το 2013, έτος κατά το οποίο οι θερμικές μονάδες άρχισαν να επιβαρύνονται με το κόστος του άνθρακα τον οποίο εξέπεμπαν στο Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ).
Στο τελικό ΕΣΕΚ η εκτίμηση για τις εκπομπές του τομέα το 2025 είναι 10.2 εκατ. τόνοι, 5.05 εκατ. τόνοι δηλαδή λιγότεροι από το 2024 (15.25 εκατ. τόνοι [2]). Το πρώτο τρίμηνο του 2025 εκτιμάται ότι εκπέμφθηκαν 4.5 εκατ. τόνοι από τον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής, το 43% δηλαδή του διαθέσιμου προϋπολογισμού άνθρακα για το έτος. Ο εναπομένων προϋπολογισμός άνθρακα για τους υπόλοιπους 9 μήνες του 2025 είναι 5.69 εκατ. τόνοι, αρκετά λιγότεροι από τα ¾ του συνολικού προϋπολογισμού, γεγονός που δείχνει ότι ο τομέας της ηλεκτροπαραγωγής χρειάζεται να κάνει σημαντικά βήματα για να είναι εντός τροχιάς επίτευξης του στόχου του 2025.
Μπορείτε να δείτε την εξέλιξη των εκπομπών του τομέα της ηλεκτροπαραγωγής από το 2013 ως σήμερα και να διαβάσετε τις αναλύσεις προηγούμενων μηνών εδώ.
[1] Η ένταση άνθρακα ορίζεται ως ο λόγος των εκπομπών από τα τρία καύσιμα (λιγνίτης, αέριο και πετρέλαιο, συμπεριλαμβανομένων και των ΣΗΘΥΑ) ως προς τη συνολική ηλεκτροπαραγωγή της χώρας από το διασυνδεδεμένο δίκτυο και τα μη διασυνδεδεμένα νησιά.
[2] Οι εκπομπές του 2024 είναι οι εκτιμώμενες με βάση τις παραδοχές που αναφέρονται εδώ.