Στις 23 Σεπτεμβρίου 2023 συμπληρώνονται 4 χρόνια από την ανακοίνωση της απόφασης για απολιγνιτοποίηση της Ελλάδας ως το 2028. Ποιες ήταν οι πραγματικές επιδόσεις της χώρας σε αυτό το χρονικό διάστημα; Πόσο μεταβλήθηκε η ηλεκτροπαραγωγή από λιγνίτη, ορυκτό αέριο και καθαρές πηγές ενέργειας; Πώς συγκρίνεται η Ελλάδα σε αυτούς τους δείκτες με τα άλλα κράτη μέλη της ΕΕ-27 συνολικά και ειδικά τα 17 που εξακολουθούν να έχουν λιγνίτη ή/και λιθάνθρακα στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής τους;
Η συγκριτική ανάλυση των μηνιαίων στοιχείων που συγκεντρώνει για όλη την Ευρώπη το think tank Ember και αυτών του ΑΔΜΗΕ για την Ελλάδα δείχνει ότι:
1) Η Ελλάδα με λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή κατά 57.7% χαμηλότερη το πρώτο 8μηνο του 2023 σε σύγκριση με το αντίστοιχο του 2019 κατατάσσεται στη 2η θέση ως προς τα επίπεδα μείωσης της χρήσης στερεών ορυκτών καυσίμων στην ηλεκτροπαραγωγή, πίσω μόνο από την Ισπανία (-69.5%). Βρίσκεται δε, στην 1η θέση ανάμεσα στις εννέα (9) χώρες της ΕΕ-27 που χρησιμοποιούν εγχώρια εξορυσσόμενο λιγνίτη ή/και λιθάνθρακα (Γερμανία, Πολωνία, Βουλγαρία, Τσεχία, Ελλάδα, Ρουμανία, Ουγγαρία, Σλοβακία, Σλοβενία). Είναι χαρακτηριστικό ότι μέσα στους πρώτους 8 μήνες του 2023 στην Ελλάδα καταγράφηκαν 223 ώρες με μηδενική συνεισφορά του λιγνίτη, ενώ το 2019 υπήρχε μία τουλάχιστον λιγνιτική μονάδα σε λειτουργία και τις 8760 ώρες του χρόνου.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση συνολικά βαδίζει στον ίδιο δρόμο απεξάρτησης από τα στερεά ορυκτά καύσιμα. Μετά την πλήρη απεξάρτηση του Βελγίου, της Σουηδίας, της Αυστρίας και της Πορτογαλίας, πλέον υπάρχουν μόνο 17 κράτη μέλη που χρησιμοποιούν στερεά ορυκτά καύσιμα για να καλύψουν τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας. Αλλά και σε αυτά τα κράτη μέλη έχει λάβει χώρα σημαντική μείωση της χρήσης λιγνίτη και λιθάνθρακα. Ειδικότερα, μεταξύ 2019 και 2023 (1ο 8μηνο του κάθε έτους) η ΕΕ-27 συνολικά μείωσε τη χρήση στερεών ορυκτών καυσίμων, δηλαδή λιγνίτη και λιθάνθρακα, κατά 28.4%. Το ίδιο συνέβη σχεδόν σε όλη την Ευρώπη. Εξαίρεση αποτελεί η Ιρλανδία όπου παρατηρήθηκε υπερδιπλασιασμός σε σχέση με το 2019, αν και η συμμετοχή των στερεών ορυκτών καυσίμων στην κάλυψη της ζήτησης σε απόλυτες τιμές είναι πολύ περιορισμένη (της τάξης του 4% της ηλεκτροπαραγωγής το 2023).
Μεγάλη είναι και η μείωση των στερεών ορυκτών καυσίμων στην Ευρωπαϊκή Ένωση το πρώτο 8μηνο του 2023 σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2022 (-28%). Σημειώνεται ότι ειδικά τα πρώτο εξάμηνο του 2022 σημειώθηκε προσωρινή αύξηση στη χρήση λιγνίτη και λιθάνθρακα, κυρίως για να αντιμετωπιστεί ο δραστικός περιορισμός της πυρηνικής και της υδροηλεκτρικής ενέργειας που σημειώθηκε το 2022 και πολύ λιγότερο για να αντισταθμιστούν οι μειωμένες ροές ορυκτού αερίου από τη Ρωσία.
Ειδικότερα στην Ελλάδα, το πρώτο 8μηνο του 2023 σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2022, η λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή παρουσιάζεται μειωμένη κατά 22.2%, επίδοση που την κατατάσσει στη 10η θέση ανάμεσα στις 17 χώρες που έχουν λιγνίτη και λιθάνθρακα στο ηλεκτρικό τους μίγμα και στην 3η θέση ανάμεσα στις λιγνιτοπαραγωγές χώρες πίσω μόνο από τη Βουλγαρία (-44.2%) και τη Γερμανία (-31.3%). Οι τελευταίες ωστόσο, σε αντίθεση με την Ελλάδα, το 2022 είχαν αυξήσει πολύ την ηλεκτροπαραγωγή τους από στερεά ορυκτά καύσιμα συγκριτικά με το 2021.
2) Η πρόοδος στον δραστικό περιορισμό της χρήσης των πλέον ρυπογόνων στερεών ορυκτών καυσίμων συνοδεύτηκε από την παράλληλη μείωση της χρήσης και του ορυκτού αερίου. Έτσι, το πρώτο 8μηνο του 2023 η αθροιστική συνεισφορά των ορυκτών καυσίμων (λιγνίτη, λιθάνθρακα και ορυκτού αερίου) στην ΕΕ-27 μειώθηκε κατά 22.8% και κατά 20.9% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2019 και του 2022, αντίστοιχα. Δύο (2) μόνο κράτη μέλη από τα 17 που εξακολουθούν να χρησιμοποιούν λιγνίτη ή λιθάνθρακα στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής τους κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση: η Κροατία, η οποία μεταξύ 2019 και 2023 αύξησε τη χρήση ορυκτών καυσίμων κατά 37.2%, και δευτερευόντως η Σλοβακία η οποία παρουσιάζει μια μικρή αύξηση 4.1% σε σχέση με το 2022.
Η Ελλάδα ξεπέρασε τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και ως προς τα δύο έτη αναφοράς. Με -30.3% και -25.1%, βρίσκεται στην 4η σε σχέση με το 2019 και στην 6η θέση σε σχέση με το 2022 ως προς τη μείωση της χρήσης λιγνίτη, λιθάνθρακα και ορυκτού αερίου μαζί. Πρωτοπόρος στη μείωση αυτή σε σχέση με το 2019 είναι η Φινλανδία (-64.5%) και ακολουθούν η Ολλανδία (-37.5%), η Ισπανία (-33.1%) και στη συνέχεια η Ελλάδα (-30.3%).
3) Στην τετραετία που μεσολάβησε από την ανακοίνωση της απολιγνιτοποίησης στην Ελλάδα, η μείωση της χρήσης ορυκτών καυσίμων αντισταθμίστηκε σε μεγάλο βαθμό από την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Στην ΕΕ-27 η ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων υδροηλεκτρικών και της βιοενέργειας, στη διάρκεια του πρώτο 8μηνου του έτους αυξήθηκε κατά 22.5% μεταξύ 2019 και 2023. Στην πρώτη θέση βρίσκεται η Ολλανδία με αύξηση 153.3%, στη δεύτερη η Πολωνία με 113.4%και στην τρίτη θέση η Ουγγαρία με 89%. Παρά την εντυπωσιακή πρόοδο, τόσο στην Πολωνία όσο και στην Ουγγαρία, η συνεισφορά της καθαρής ενέργειας στην κάλυψη της ζήτησης εξακολουθεί να είναι πολύ μικρότερη από αυτή των ορυκτών καυσίμων (-63.2% στην Πολωνία και -29.2% στην Ουγγαρία) κατά το πρώτο 8μηνο του 2023. Αντίθετα στην Ολλανδία η σταθερή πρόοδος των ΑΠΕ τα τελευταία 4 χρόνια είχε ως αποτέλεσμα το 2023 να είναι η πρώτη χρονιά που η συνεισφορά των ΑΠΕ ξεπέρασε αυτή των ορυκτών καυσίμων κατά το πρώτο 8μηνο του έτους.
Η Ελλάδα με αύξηση 50.2% κατατάσσεται 4η στην αύξηση της ηλεκτροπαραγωγής από καθαρή ενέργεια ανάμεσα στα 17 κράτη μέλη που έχουν λιγνίτη ή λιθάνθρακα στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής τους. Ωστόσο η πρόοδος αυτή συντελέστηκε μεταξύ 2019 και 2022, καθώς μεταξύ του πρώτου 8μηνου του 2022 και αυτού του 2023, η αθροιστική ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ και μεγάλα υδροηλεκτρικά παρέμεινε στάσιμη, λόγω της μείωσης της συνεισφοράς των υδροηλεκτρικών η οποία αντιστάθμισε την αύξηση της παραγωγής από ΑΠΕ. Σημειώνεται ότι στο ίδιο χρονικό διάστημα το μερίδιο της καθαρής ενέργειας στην κάλυψη της ζήτησης αυξήθηκε σημαντικά. Αυτό ωστόσο συνέβη λόγω της μείωσης της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας και όχι λόγω αύξησης της συνεισφοράς της καθαρής ενέργειας σε απόλυτες τιμές.
4) Παρά τη στασιμότητα του τελευταίου έτους όμως, η μεγάλη αύξηση των ΑΠΕ τα τελευταία χρόνια ήταν υπεύθυνη για το ότι Ελλάδα συγκαταλέγεται πλέον ανάμεσα στα 11 κράτη μέλη όπου η ηλεκτροπαραγωγή από καθαρές πηγές ενέργειας το πρώτο 8μηνο του 2023 ξεπέρασε την αντίστοιχη από ορυκτά καύσιμα. Συγκεκριμένα, ΑΠΕ και μεγάλα υδροηλεκτρικά στην Ελλάδα συνεισέφεραν 26.6% περισσότερο από λιγνίτη και ορυκτό αέριο μαζί κατά το πρώτο 8μηνο του 2023. Μάλιστα αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 2023 καθώς τις προηγούμενες χρονιές η παραγωγή από ορυκτά καύσιμα ξεπερνούσε την αντίστοιχη από καθαρές πηγές ενέργειας το πρώτο 8μηνο του έτους. Το ίδιο ακριβώς ορόσημο με την Ελλάδα σημείωσε το 2023 τόσο το σύνολο της ΕΕ-27 όσο και η Ολλανδία, ενώ σε άλλα κράτη μέλη οι καθαρές πηγές είχαν ξεπεράσει τα ορυκτά καύσιμα σε προηγούμενα έτη.
Επιπλέον, αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι 7 (με μπλε) από τα 11 αυτά κράτη μέλη όπου ηλεκτροπαραγωγή από καθαρές πηγές ενέργειας το πρώτο 8μηνο του 2023 ξεπέρασε την αντίστοιχη από ορυκτά καύσιμα, διαθέτουν πυρηνική ενέργεια στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής τους. Επομένως είχαν και έχουν τη δυνατότητα τμήμα της μειωμένης ηλεκτροπαραγωγής από ορυκτά καύσιμα να υποκατασταθεί από αύξηση της συνεισφοράς της πυρηνικής ενέργειας και όχι από ΑΠΕ. Συνεπώς η Ελλάδα είναι μόλις ένα από τα 4 κράτη μέλη (με πράσινο) που δεν διαθέτουν πυρηνική ενέργεια και η ηλεκτροπαραγωγή από καθαρές πηγές ενέργειας ξεπέρασε αυτήν από ορυκτά καύσιμα κατά το πρώτο 8μηνο του 2023. Τα άλλα 3 κράτη μέλη είναι η Δανία (+401.5%), η Κροατία (+127.1%) και η Γερμανία (+31.6%) η οποία τον Απρίλιο του 2023 έκλεισε και τα τελευταία τρία πυρηνικά της εργοστάσια. Υπογραμμίζεται ωστόσο ότι στην Κροατία το μεγαλύτερο μερίδιο καθαρής ενέργειας προέρχεται από τα μεγάλα υδροηλεκτρικά, σε αντίθεση με τη Δανία, τη Γερμανία και την Ελλάδα όπου την πρωτοκαθεδρία στην καθαρή ενέργεια έχουν με διαφορά τα αιολικά και τα φωτοβολταϊκά.
Τα παραπάνω αποτελέσματα δείχνουν ότι 4 χρόνια μετά την απόφαση της απολιγνιτοποίησης από την Ελλάδα, η χρήση λιγνίτη και λιθάνθρακα έχει περιοριστεί δραστικά όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρη την ΕΕ-27. Η τάση αυτή δεν αναμένεται να αλλάξει τα επόμενα χρόνια καθώς οι τιμές του άνθρακα στο χρηματιστήριο ρύπων προβλέπεται να παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα ως αποτέλεσμα την πρόσφατης αναθεώρησης της οδηγίας για το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ). Επιπλέον, από τα 17 κράτη μέλη της Ένωσης που εξακολουθούν να χρησιμοποιούν στερεά ορυκτά καύσιμα το 2023, τα 12 έχουν δεσμευτεί για πλήρη απεξάρτηση πριν το 2030, τα τρία (3) ως το 2035, ενώ η Βουλγαρία, είτε το 2038 είτε το 2040. Μόνο η Πολωνία εξακολουθεί να αρνείται να αναλάβει συγκεκριμένη δέσμευση αν και μία λιγνιτική περιφέρειά της αποφάσισε ανεξάρτητα την πλήρη απεξάρτησή της ως το 2030.
Επίσης, η ανάλυση έδειξε ότι η ΕΕ-27 στρέφεται μακριά, όχι μόνο από τον λιγνίτη και τον λιθάνθρακα, αλλά από τα ορυκτά καύσιμα συνολικά, συμπεριλαμβανομένου και του ορυκτού αερίου, υποκαθιστώντας τα με καθαρές μορφές ενέργειας, ενώ αναλύσεις δείχνουν ότι σημαντικό ρόλο σε αυτό έχει διαδραματίσει και η μείωση της κατανάλωσης. Ωστόσο, τόσο η πρόσφατη ενεργειακή κρίση που κλιμακώθηκε με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, όσο και οι ολέθριες καταστροφές που συνέβησαν πρόσφατα ως αποτέλεσμα (και) της επιδεινούμενης κλιματικής κρίσης, δείχνουν ότι η απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα με παράλληλη στροφή στις ΑΠΕ πρέπει να επιταχυνθεί πολύ περισσότερο. Η ανάγκη αυτή γίνεται ακόμα πιο επείγουσα με δεδομένη την αύξηση της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας που αναμένεται τα επόμενα χρόνια λόγω του εξηλεκτρισμού πολλών τομέων της οικονομίας.