Παρά τις νομοθετικές προβλέψεις για την προτεραιότητα στην πρόσβαση στο δίκτυο για τις ενεργειακές κοινότητες, ο διαθέσιμος ηλεκτρικός χώρος στις λιγνιτικές περιοχές είναι ελάχιστος έως ανύπαρκτος, σύμφωνα με όσους έχουν προσπαθήσει να συνδέσουν έργα στο δίκτυο. Από την ανάλυση των αιτημάτων διασύνδεσης σταθμών ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, όπως περιγράφεται στην ανάλυση του Green Tank Ανασκόπηση εξελίξεων: Οι ενεργειακές κοινότητες στις λιγνιτικές περιοχές της Ελλάδας, διαπιστώθηκε ότι οι εκκρεμείς αιτήσεις σύνδεσης έργων ΑΠΕ από ενεργειακές κοινότητες αποτελούν το 19% των συνολικών εκκρεμών αιτήσεων σύνδεσης και το 31% της ισχύος ΑΠΕ στη χαμηλή και μέση τάση στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας. Το γεγονός αυτό αναδεικνύει την αυξημένη ανάγκη υποδομών δικτύου στις λιγινιτικές περιοχές και εγείρονται σοβαρά ερωτήματα για την ικανότητα ανταπόκρισης του υφιστάμενου δικτύου.
Η διαθεσιμότητα του δικτύου για τη σύνδεση έργων, κυρίως, (εικονικού) ενεργειακού συμψηφισμού, δηλαδή για την εγκατάσταση μικρών φωτοβολταϊκών σταθμών έως 3 MW που αφορούν κυρίως ενεργειακές κοινότητες κοινωφελούς σκοπού οι οποίες στοχεύουν στην κάλυψη ιδίων ενεργειακών αναγκών, αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση για την ανάπτυξη των έργων των ενεργειακών κοινοτήτων στις λιγνιτικές περιοχές. Πιθανή αδυναμία του δικτύου να υποστηρίξει τα έργα των ενεργειακών κοινοτήτων μπορεί να ακυρώσει στην πράξη την προσπάθεια των ενεργειακών κοινοτήτων να συμμετάσχουν στον ενεργειακό μετασχηματισμό και τη Δίκαιη Μετάβαση, αλλά εν τέλει και τις προβλεπόμενες από τον νόμο διευκολύνσεις.
Το ζήτημα αυτό έχει απασχολήσει τον κοινοβουλευτικό έλεγχο, καθώς το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας κλήθηκε να απαντήσει σε σχετική επίκαιρη ερώτηση, αλλά αποτέλεσε και ερώτημα του Green Tank προς τον ΔΕΔΔΗΕ. Σύμφωνα με τις απαντήσεις που δόθηκαν ειδικά για τις ενεργειακές κοινότητες, «ο ΔΕΔΔΗΕ ενέταξε τα τελευταία χρόνια στο δίκτυό του 162 σταθμούς Ενεργειακών Κοινοτήτων στη Δυτική Μακεδονία, εγκατεστημένης ισχύος 103 MW, και πλέον των 50MW στο κορεσμένο δίκτυο της Πελοποννήσου. Είναι δεδομένο ότι ο διαθέσιμος ηλεκτρικός χώρος είναι διαρκώς μεταβαλλόμενος και απομειώνεται με τη σύνδεση νέων έργων ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, ενώ επαυξάνεται με την υλοποίηση έργων ενίσχυσης βασικών υποδομών του Δικτύου, όπου αυτό είναι εφικτό. Έτσι, στην περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας αναμένεται εντός της επόμενης 5ετίας η αύξηση του σημερινού διαθέσιμου περιθωρίου των 76 MW για σταθμούς ΑΠΕ κατά 240 MW και να φθάσει τα 316 MW. Ο χώρος αυτός προβλέπεται να διατεθεί για κάθε είδους σταθμούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, με βάση την εκάστοτε ισχύουσα προτεραιοποίηση που αποφασίζει η Πολιτεία. Στην Πελοπόννησο, παρότι δεν υπάρχει η ίδια δυνατότητα άμεσης ενίσχυσης των υποδομών λόγω του κορεσμού του Συστήματος, μόλις πρόσφατα (ν.4819/2021) αποφασίστηκε η διάθεση επιπλέον περιθωρίου 20 MW, στο ήδη υπάρχον των 50 MW, για Ενεργειακές Κοινότητες. Είναι δεδομένο ότι η δυνατότητα σύνδεσης σταθμών ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ στα υφιστάμενα ηλεκτρικά δίκτυα είναι πεπερασμένη. Όσο μάλιστα αυξάνεται η εγκατεστημένη στο δίκτυο ισχύς, οι περαιτέρω προσπάθειες ένταξης σταθμών ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ είναι γεγονός ότι οδηγούν σε λύσεις σύνδεσης με μεγαλύτερο κόστος. Προκειμένου να καταστεί δυνατή η υλοποίηση σταθμών με εκμετάλλευση οικονομιών κλίμακας και από μικρότερους επενδυτές, όπως οι Ενεργειακές Κοινότητες, υφίστανται πλέον νομοθετικές ρυθμίσεις (άρθρο 135 του ν.4685/2020) που επιτρέπουν την ομαδοποίηση αιτημάτων και την αναζήτηση δυνατότητας ένταξης με ενίσχυση ή/και επέκταση του ηλεκτρικού συστήματος, μέσω υποβολής κοινής αίτησης στο Διαχειριστή του Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας. Πέραν όμως των έργων που δρομολογούνται και της δυνατότητας σύνδεσης απευθείας στο Σύστημα Μεταφοράς, ήδη προβλέπεται η σύνδεση σταθμών ΑΠΕ στο Δίκτυο ακόμα και σε σημεία που έχει ήδη καλυφθεί το θερμικό όριο των δικτύων, με την προϋπόθεση ότι το σύνολο της ενέργειας που θα παράγεται θα καταναλώνεται χωρίς να διοχετεύεται στο δίκτυο, εφόσον πληρούνται σχετικές τεχνικές προϋποθέσεις, δυνατότητα που μπορούν να αξιοποιήσουν οι ενεργειακές κοινότητες.»
Η αναβάθμιση των δικτύων και η δέσμευση επαρκούς ηλεκτρικού χώρου για τις συνδέσεις των ενεργειακών κοινοτήτων είναι καθοριστικής σημασίας για την υλοποίηση των έργων των ενεργειακών κοινοτήτων. Τουλάχιστον όσον αφορά τις ενεργειακές κοινότητες των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των πολιτών που έχουν κεντρικό στόχο την κάλυψη ιδίων αναγκών με ενεργειακό συμψηφισμό (ψηφιακό και μη) θα πρέπει να δεσμευτεί επαρκής «ηλεκτρικός χώρος» και αντίστοιχα ικανή έκταση για την εγκατάσταση των φωτοβολταϊκών σταθμών στις λιγνιτικές περιοχές. Η ελάχιστη αυτή έκταση ενδεχομένως να περιλαμβάνει εδάφη που θα μεταφερθούν στη «Μετάβαση Α.Ε.», όπως αυτή περιγράφεται στα ΕΣΔΙΜ καθώς και στον πρόσφατο ν.4872/2021 “Δίκαιη Αναπτυξιακή Μετάβαση, ρύθμιση ειδικότερων ζητημάτων απολιγνιτοποίησης και άλλες επείγουσες διατάξεις”.