Τάσεις στην κατανάλωση & τις εισαγωγές ορυκτού αερίου

Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, η πρωτοφανής ενεργειακή κρίση που ξέσπασε το 2021 είναι μια κρίση ορυκτών καυσίμων. Συνδέεται άμεσα με την εξάρτηση της Ευρώπης από το ορυκτό αέριο, η εκτόξευση των τιμών του οποίου, ενισχύθηκε περαιτέρω από την έναρξη του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Αντιδρώντας σε αυτές τις εξελίξεις, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσισε να ενισχύσει κατά πολύ τους στόχους μείωσης της κατανάλωσης αερίου ως το 2030 στο πλαίσιο του σχεδίου αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης REPowerEU.

Αρχικά, τον Αύγουστο του 2022, αποφάσισε τη μείωση της κατανάλωσης ορυκτού αερίου – ανεξαρτήτως προέλευσης – κάθε κράτους μέλους κατά 15% το οκτάμηνο Αυγούστου 2022-Μαρτίου 2023 συγκριτικά με μια περίοδο αναφοράς, η οποία ήταν είτε ο μέσος όρος των αντίστοιχων οκταμήνων της τελευταίας πενταετίας, είτε το οκτάμηνο Αύγουστος 2021-Μάρτιος 2022 για κράτη μέλη που αύξησαν την εξάρτησή τους από το ορυκτό αέριο την προηγούμενη χρονιά σε επίπεδα υψηλότερα από 8% σε σχέση με τον μέσο όρο της πενταετίας, προϋπόθεση που πληρούσε και η Ελλάδα.

Με τη λήξη αυτού του οκταμήνου προκειμένου να συγκρατηθεί η αστάθεια των τιμών του αερίου και να αποφευχθούν εκτινάξεις των τιμών, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσισε να διατηρήσει αυτόν τον στόχο μείωσης της κατανάλωσης αερίου, θέτοντάς τον ωστόσο σε εθελοντική βάση για τα κράτη μέλη. Επομένως, για το διάστημα Απριλίου 2023 – Μαρτίου 2024, τα κράτη μέλη κλήθηκαν εθελοντικά να μειώσουν την κατανάλωση αερίου κατά 15% σε σύγκριση με την περίοδο αναφοράς από την 1η Απριλίου 2017 έως την 31η Μαρτίου 2022.

Η μείωση της κατανάλωσης ορυκτού αερίου είναι σημαντική στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Επιπλέον, είναι καθοριστικός ο ρόλος του αερίου στη διαμόρφωση του κόστους θέρμανσης και κυρίως του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας. Επομένως, αποκτά ιδιαίτερη σημασία η κατανόηση των σχετικών τάσεων στην κατανάλωση και τις χρήσεις του.

Για αυτόν τον λόγο, ξεκινώντας από τον Αύγουστο του 2022 και για κάθε μήνα, παρουσιάζουμε αναλύσεις που βασίζονται στα δημόσια διαθέσιμα δεδομένα του ΔΕΣΦΑ και της Eurostat.

Oι αναλύσεις αυτές εστιάζουν:

(α) στην παρακολούθηση των επιδόσεων της Ελλάδας ως προς τους στόχους μείωσης της κατανάλωσης που έχουν συμφωνηθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο,

(β) στην αποτύπωση των τάσεων τόσο στη συνολική κατανάλωση όσο και στις τελικές χρήσεις του αερίου (ηλεκτροπαραγωγή, βιομηχανία, δίκτυα διανομής) στην Ελλάδα,

(γ) στην καταγραφή των εξελίξεων στις εισαγωγές αερίου από τη Ρωσία και τις άλλες τρεις πύλες εισόδου της χώρας και,

(δ) στη σύγκριση της Ελλάδας με τα υπόλοιπα κράτη μέλη της ΕΕ-27 ως προς βασικούς δείκτες κατανάλωσης και εξάρτησης από το ορυκτό αέριο που προέρχεται από τη Ρωσία.