Η αποκατάσταση της φύσης: Ο νέος τομέας δράσης για τη βιώσιμη ανάπτυξη  

Καθώς τα κράτη-μέλη της ΕΕ θα κληθούν σύντομα να καταρτίσουν εθνικά σχέδια για την αποκατάσταση της φύσης,  η Ιόλη Χριστοπούλου, στο άρθρο της με τίτλο «Η αποκατάσταση της φύσης: Ο νέος τομέας δράσης για τη βιώσιμη ανάπτυξη», αναδεικνύει τη σημασία της αποκατάστασης της φύσης ως διακριτού τομέα δράσης για τη βιώσιμη ανάπτυξη, χαρτογραφώντας τα οφέλη όχι μόνο για τα απειλούμενα οικοσυστήματα, αλλά και για την κοινωνία και την οικονομία.

Επισημαίνει ότι πολλοί κλάδοι της οικονομίας, όπως η φαρμακοβιομηχανία και ο τουρισμός, εξαρτώνται σημαντικά από τις παροχές της φύσης, ενώ αναφέρεται σε εκθέσεις που υπολογίζουν το κόστος της οικολογικής κρίσης τόσο για την παγκόσμια όσο και για την εθνική οικονομία.

Στη συνέχεια, δίνει παραδείγματα από τα συχνά παραγνωρισμένα οικολογικά, κοινωνικά και οικονομικά οφέλη της αποκατάστασης φυσικών εκτάσεων, τα οποία πολλές φορές μάλιστα λειτουργούν συνδυαστικά. Επίσης, τόνισε ότι αυτά τα οφέλη είναι πολύ μεγαλύτερα του κόστους για την αποκατάσταση της φύσης, η οποία έχει και το επιπλέον όφελος της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας που θα ενισχύσουν σημαντικά τις τοπικές κοινωνίες.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στις 26 Νοεμβρίου 2022, στην ειδική έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη σε επιμέλεια του δημοσιογράφου Γιώργου Αλεξάκη.

Η ειδική έκδοση θα είναι σύντομα διαθέσιμη στην ιστοσελίδα της Εφημερίδας των Συντακτών.

Ακολουθεί το πλήρες άρθρο:

Η αποκατάσταση της φύσης: νέος τομέας δράσης για τη βιώσιμη ανάπτυξη

Είναι κοινός τόπος ότι η φύση βρίσκεται υπό απειλή.

Το θετικό είναι ότι αν δώσουμε στη φύση την ευκαιρία και τον χώρο, μπορεί να ανακάμψει. Κι αυτό δεν είναι μόνο καλό για τα είδη και τα οικοσυστήματα που απειλούνται, αλλά και για την κοινωνία και την οικονομία.

Η φύση παρέχει στον άνθρωπο αγαθά, όπως τρόφιμα, φάρμακα και πρώτες ύλες, αλλά και λειτουργίες, όπως η ρύθμιση του κλίματος, η αντιπλημμυρική προστασία και η αναψυχή. Αυτές οι παροχές της φύσης είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με την ύπαρξη του ανθρώπου ενώ από αυτές εξαρτώνται πολλοί κλάδοι της οικονομίας, όπως η γεωργία, η φαρμακοβιομηχανία και ο τουρισμός. Πρόσφατη (2020) έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ συμπέρανε ότι περίπου το 50% του παγκόσμιου ΑΕΠ εξαρτάται άμεσα ή έμμεσα από τη φύση και άρα τίθεται σε κίνδυνο λόγω της οικολογικής κρίσης.

Σήμερα όλο και περισσότερο αναζητούνται τρόποι να γεφυρωθεί ξανά η σχέση φύσης, κοινωνίας και οικονομίας, τόσο σε επίπεδο πολιτικής όσο και τοπικής δράσης. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται όχι μόνο οι δράσεις διατήρησης αλλά και αποκατάστασης οικοσυστημάτων που έχουν υποβαθμιστεί, αλλοιωθεί ή καταστραφεί.

Προς αυτή την κατεύθυνση, τον Ιούνιο 2022, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε πρόταση νόμου για την αποκατάσταση της φύσης που βρίσκεται τώρα στο στάδιο επεξεργασίας από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Πρόκειται για το πρώτο συνολικό νομικό κείμενο για τη φύση μετά από τρεις δεκαετίες. Ο στόχος είναι μέχρι το 2030 να έχει αποκατασταθεί το 20% των χερσαίων και θαλάσσιων εκτάσεων της ΕΕ και μέχρι το 2050 όλα τα οικοσυστήματα που πρέπει να αποκατασταθούν. Κάθε κράτος μέλος και άρα και η Ελλάδα θα κληθεί σύντομα να θέσει τους εθνικούς της στόχους και να υλοποιήσει ένα εθνικό σχέδιο αποκατάστασης της φύσης.

Η Ελλάδα έχει ένα σχετικό προβάδισμα σε αυτήν την προσπάθεια καθώς συγκριτικά με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο τα οικοσυστήματά της βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση. Όμως την ίδια στιγμή είναι από τις πλέον ευάλωτες χώρες στην κλιματική κρίση. Ήδη βιώνουμε τις επιπτώσεις της, ενώ μελέτες της τελευταίας δεκαετίας, κυρίως από την Τράπεζα της Ελλάδας, δείχνουν πως αν δεν ληφθεί άμεση κλιματική δράση, το ελληνικό ΑΕΠ θα παρουσιάζει ετήσια μείωση κατά 2% έως το 2050 και 6% έως το 2100.

Υλοποιώντας δράσεις για την αποκατάσταση της φύσης, η Ελλάδα μπορεί να ενισχύσει την ασπίδα της χώρας στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Με την αποκατάσταση δασών και ποταμών δίνεται φυσικός χώρος για εκτόνωση των πλημμυρών, μειώνοντας τις καταστροφικές ζημιές τους. Με την αποκατάσταση παράκτιων οικοσυστημάτων, από τα λιβάδια ποσειδωνίας μέχρι τις αμμοθίνες και τους παράκτιους υγρότοπους, αυξάνεται η φυσική προστασία από τη διάβρωση που επηρεάζει περισσότερο από το ένα τρίτο των ακτών της χώρας. Με την αύξηση χώρων πρασίνου και της σκίασης από τα δέντρα στις πόλεις μειώνονται τα φαινόμενα αστικών θερμικών νησίδων.

Η αποκατάσταση φυσικών εκτάσεων έχει και άλλα οικολογικά, κοινωνικά και οικονομικά οφέλη, πολλές φορές μάλιστα συνδυαστικά. Αποκαθιστώντας ένα ρέμα, για παράδειγμα, δίνεται χώρος για την εκτόνωση μία πλημμύρας και για την ανάκαμψη ζώων και φυτών. Παράλληλα δημιουργείται χώρος άσκησης που συνδέεται με τη σωματική και ψυχική υγεία.

Στη ανάλυση επιπτώσεων της πρότασης νόμου της ΕΕ εκτιμάται ότι τα οφέλη της αποκατάστασης των οικοσυστημάτων εκείνων που ήδη προστατεύονται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία θα είναι περισσότερα από 10 φόρες το κόστος που απαιτείται: 1.860 δις ευρώ έναντι 154 δις ευρώ. Η πρόταση όμως καλύπτει και άλλα οικοσυστήματα υδάτινα, θαλάσσια, αγροτικά και αστικά που δεν προστατεύονται. Επιπλέον, μία πρόσφατη εκτίμηση ανέδειξε ότι η αποκατάσταση του 15% των υποβαθμισμένων οικοσυστημάτων της ΕΕ μπορεί να δημιουργήσει 20.000-70.000 θέσεις πλήρους απασχόλησης.

Η αποκατάσταση της φύσης είναι μια αναγκαία, αλλά ακόμα αθέατη όψη της βιώσιμης ανάπτυξης. Με ένα ισχυρό ευρωπαϊκό και εθνικό θεσμικό πλαίσιο, ενισχυμένο με επαρκείς πόρους και τεχνική υποστήριξη για την εφαρμογή του, θα ξαναφέρουμε τη φύση σε αρμονική σχέση με τις τοπικές κοινωνίες και την οικονομία και θα χτίσουμε μαζί της μια σχέση ισότιμη και ανταποδοτική – θα την προστατεύουμε και θα μας προστατεύει.