Οι λιγνιτικές μονάδες στην υπηρεσία της πράσινης ενέργειας – Η περίπτωση της θερμικής αποθήκευσης

Στο διήμερο συνέδριο “Renewable & Storage Forum” με αντικείμενο τις ΑΠΕ και την αποθήκευση ενέργειας που διοργάνωσε με μεγάλη επιτυχία το energypress συμμετείχε ο Νίκος Μάντζαρης αναλυτής πολιτικής του Green Tank.

Συγκεκριμένα, ο Νίκος Μάντζαρης συμμετείχε στην 7η ενότητα του συνεδρίου με θέμα «Αποθήκευση Ενέργειας» μαζί με τον Σταύρο Παπαθανασίου, καθηγητή ΕΜΠ, τη Γιούλα Τσικνάκου, Διευθύντρια υδροηλεκτρικών έργων, της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακής, τον Γιάννη Βουγιουκλάκη, στέλεχος της GIZ, τον Στέλιο Ψωμά, ενεργειακό σύμβουλο και τον Απόστολο Πάνο, επικεφαλής ενεργειακής διαχείρισης της Enel Green Power Hellas. Τη συζήτηση συντόνισε ο διευθυντής του energypress Θοδωρής Παναγούλης.

Μετά από τις εμπεριστατωμένες ομιλίες των προηγούμενων ομιλητών για διάφορες διαστάσεις που σχετίζονται με την αντλησιοταμίευση και τις μπαταρίες, τις πλέον ώριμες τεχνολογίες αποθήκευσης ενέργειας, ο Νίκος Μάντζαρης μίλησε για δύο αναδυόμενες τεχνολογίες αποθήκευσης: Τη θερμική αποθήκευση που προκύπτει από κατάλληλες μετατροπές των λιγνιτικών μονάδων που σήμερα βρίσκονται υπό απόσυρση, και για τις μεθόδους χημικής αποθήκευσης ενέργειας με τη μορφή υδρογόνου καθώς και για το επίπεδο τεχνολογικής ωριμότητας των πολλών εφαρμογών της χρήσης υδρογόνου (μεταφορές, κτίρια, βιομηχανία και ηλεκτροπαραγωγή) στην πορεία προς την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας ως το 2050.  

Μπορείτε να παρακολουθήσετε όλες τις ομιλίες του συνεδρίου εδώ

και του Νίκου Μάντζαρη εδώ:

Ακολουθεί ολόκληρο το σχετικό άρθρο του energypress που δημοσιεύτηκε στις 13 Νοεμβρίου με τίτλο:

«Μάντζαρης (Green Tank): Οι λιγνιτικές μονάδες στην υπηρεσία της πράσινης ενέργειας – Η περίπτωση της θερμικής αποθήκευσης»

Μια εφ΄ όλης της ύλης επισκόπηση δύο αναδυόμενων τεχνολογιών αποθήκευσης – θερμική αποθήκευση και τεχνολογίες υδρογόνου – έκανε ο αναλυτής πολιτικής και συνιδρυτής του The Green Tank Νίκος Μάντζαρης, μιλώντας στο συνέδριο του energypress για τις ΑΠΕ και την αποθήκευση ενέργειας.

Ειδικότερα, η πρόταση της θερμικής αποθήκευσης αποκτάει ιδιαίτερη σημασία υπό το πρίσμα της αξιοποίησης των εν απόσυρση λιγνιτικών μονάδων, μια διαδικασία που ήδη αριθμεί περί τα 93 GW – λιγνίτη και λιθάνθρακα – εκτός συστήματος και τα υπόλοιπα να ακολουθούν μέχρι το 2030.

Όπως ανέδειξε ο κύριος Μάντζαρης στην παρουσίασή του, αυτή η τεχνολογία προσφέρε ένα δεύτερο κύκλο ζωής για τις υπό απόσυρση λιγνιτικές μονάδες. Η επανάχρηση των λιγνιτικών μονάδων θα επιτρέψει την διατήρηση θέσεων εργασίας στη λιγνιτική βιομηχανία, ενώ σε τεχνικό κομμάτι περιλαμβάνει την αντικατάσταση του λέβητα με νέα γεννήτρια ατμού. Ως διαδικασία δεν συνιστά μια πρωτόγνωρη διαδικασία από άποψη τεχνογνωσίας και τεχνολογικής επάρκειας μια και συνιστά γνωστή διαδικασία O&M.

Αξίζει να σημειωθεί ότι πρόκειται για ένα μέσο αποθήκευσης χαμηλού κόστους, ανθεκτικό (35 χρόνια κύκλων φόρτισης – αποφόρτισης) και περιβαλλοντικά φιλικό και επαναχρησιμοποιούμενο. Όπως ανέφερε ο κύριος Μάντζαρης, ήδη ανά τον κόσμο εμφανίζονται τέτοια παραδείγματα καθιστώντας και επι του πρακταίου, αξιόπιστες επιλογές και λύσεις αποθήκευσης τις εν λόγω αναδυόμενες τεχνολογίες.

Αναφορικά με το υδρογόνο, γίνεται φανερή η χρησιμότητά του από το πλήθος των εφαρμογών που αυτό μπορεί να έχει – μεταφορές, κτίρια, βιομηχανία και ηλεκτρισμός. Ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι μόλις το 1% του συνόλου της παραγωγής υδρογόνου προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ως πρώτη ύλη, γεγονός που αποκαλύπτει τις ισχυρές προοπτικές ανάπτυξης που υπάρχουν στον εν λόγω τεχνολογικό συνδυασμό, γεγονός αναγκαίο για την επίτευξη των στόχων για την ενέργεια και το Κλίμα.

Ως προς την ευρωπαϊκή στρατηγική υδρογόνου, σε πρώτη φάση φαίνεται να αναγνωρίζεται η βαρύτητα του «καυσίμου», ωστόσο, υπό συζήτηση βρίσκεται η αναθεώρηση των στόχων για το 2030 και 2050, ζήτημα που ήδη τίθεται από πολλές πλευρές, βλέποντας την επιτακτικότητα της ενεργειακής μετάβασης. 

Μπορείτε επίσης να διαβάσετε παρακάτω το πιο αναλυτικό άρθρο του energypress που δημοσιεύθηκε στις 9.12.2020 με τίτλο:

Υποσχόμενη λύση η μετατροπή των λιγνιτικών μονάδων σε μονάδες αποθήκευσης ενέργειας με δύο νέες τεχνολογίες

Η μετατροπή των λιγνιτικών μονάδων σε μονάδες αποθήκευσης έχει τη δυνατότητα να προσφέρει σημαντικές λύσεις για την ενεργειακή μετάβαση και τις λιγνιτικές περιοχές, σύμφωνα με τα όσα παρουσίασε ο Νίκος Μάντζαρης, αναλυτής πολιτικής και συνιδρυτής του Green Tank, στο πρόσφατο Renewable & Storage Forum.

Σημειώνεται ότι πανευρωπαϊκά 93 γιγαβάτ μονάδων άνθρακα τελούν υπό απόσυρση και η ισχύς αυτή θα φτάσει τα 118 γιγαβάτ ως το 2030. Ταυτόχρονα, η διείσδυση των ΑΠΕ δημιουργεί έντονη ανάγκη για αποθήκευση ενέργειας, άρα μια λύση είναι η χρήση των ίδιων των μονάδων άνθρακα για την αποθήκευση.

Μια αναδυόμενη τεχνολογία χρησιμοποιεί την ενέργεια των ΑΠΕ που περνάει μέσα από μια αντίσταση και στη συνέχεια αποθηκεύεται σε υλικό υψηλής θερμοχωρητικότητας. Ένα παράδειγμα είναι το σύστημα που αναπτύσει από το 2014 η Siemens Gamesa με χρήση ηφαιστιακών πετρών, το οποίο έχει χαμηλό κόστος, βαθμό απόδοσης 44-45% και χρειάζεται κλίμακα γιγαβατωρών για να έχει εμπορική λειτουργία. Μια πιο ώριμη λύση είναι η θερμική αποθήκευση με τηγμένα άλατα και ηλιοθερμικά, ενώ σήμερα γίνονται προσπάθειες σε χώρες όπως η Γερμανία για συνδυασμό της τεχνολογίας με θερμικές μονάδες. 

Τα πλεονεκτήματα από το συνδυασμό των παραπάνω λύσεων με τις μονάδες άνθρακα είναι ότι διατηρούνται θέσεις εργασίας στον κλάδο, ενώ πέρα από την αντικατάσταση του λέβητα η υπόλοιπη διαδικασία είναι γνώριμη. Ταυτόχρονα, η αποθήκευση έχει σχετικά χαμηλό κόστος και υψηλή διάρκεια ζωής ενώ το εκτιμώμενο LCOE ανέρχεται στα 120 ευρώ ανά μεγαβατώρα.

Στην περίπτωση του υδρογόνου, το μεγάλο πλεονέκτημα είναι η απανθρακοποίηση πιο “δύσκολων” τομέων, όπως οι μεταφορές, τα κτήρια και η βιομηχανία. Όπως είναι φυσικό, το περιβαλλοντικό αποτύπωμα και το κόστος του υδρογόνου βασίζεται στον τρόπο παραγωγής του, αν δηλαδή γίνεται μέσω ορυκτών καυσίμων ή ΑΠΕ με 2,9-6,5 δολάρια ανά κιλό στην τελευταία περίπτωση. Οι πιθανές εφαρμογές είναι πολλές με παραδείγματα σε όλο το φάσμα των μεταφορών και πολύ υποσχόμενες λύσεις στα κτήρια τα οποία άλλωστε αντιστοιχούν στο 28% των παγκοσμίων εκπομπών ρύπων. Αντίστοιχα, στη βιομηχανία το υδρογόνο μπορεί να παρέχει θέρμανση, χρήσεις στα διϋλιστήρια και στην παραγωγή αμμωνίας και μεθανόλης. Ιδιαίτερη μνεία έκανε ο κ. Μάντζαρης στη χρήση του για την παραγωγή χάλυβα, καθώς πρόκειται για μια παραδοσιακά ενεργοβόρο διαδικασία που μπορεί να γίνει έτσι πιο “πράσινη”.

Τέλος, το υδρογόνο έχει εφαρμογή και στην ίδια την ηλεκτροπαραγωγή μέσω της καύσης σε υφιστάμενους αεριοστρόβιλους και CCGT με ορισμένα πιλοτικά προγράμματα να τρέχουν αυτό το διάστημα στην Ιταλία και τη Γαλλία.