ΜΚΟ προς Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη ματαίωση της πώλησης των λιγνιτών της ΔΕΗ

Σχόλιο σχετικά με το αίτημα των περιβαλλοντικών οργανώσεων προς τους Ευρωπαίους Επιτρόπους να ματαιωθεί η πώληση των λιγνιτικών σταθμών της ΔΕΗ.

Το σχόλιο περιλαμβάνεται σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στο Βήμα στις 26 Ιανουαρίου 2019. Ακολουθεί το πλήρες άρθρο:

Τη ματαίωση της πώλησης των λιγνιτών της ΔΕΗ ζητούν οργανώσεις σε Ευρώπη και Ελλάδα

«Η απόφαση των θεσμών να δοθεί πρόσβαση στα λιγνιτικά κοιτάσματα στους ιδιώτες οδηγεί την Ελλάδα σε ένα αδιέξοδο λιγνιτικό μέλλον» υποστηρίζουν περιβαλλοντικές οργανώσεις.

Τη ματαίωση της πώλησης των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ σε Μεγαλόπολη και Φλώρινα ζητούν από τρεις ευρωπαίους επιτρόπους περιβαλλοντικές οργανώσεις σε Ελλάδα και Ευρώπη. Σε δύο επιστολές που τους έχουν αποστείλει εξηγούν ότι η απόφαση των θεσμών να δοθεί πρόσβαση στα λιγνιτικά κοιτάσματα στους ιδιώτες στηρίζεται στη λάθος παραδοχή ότι ο λιγνίτης θα εξακολουθήσει να παραμένει η φθηνότερη πηγή ενέργειας. Πλέον, η εντυπωσιακή άνοδος των τιμών διοξειδίου του άνθρακα (CO2), η αυστηροποίηση της ευρωπαϊκής περιβαλλοντικής νομοθεσίας και η αλματώδης πρόοδος των καθαρών τεχνολογιών ηλεκτροπαραγωγής, καθιστούν τον λιγνίτη αναντίστρεπτα μη ανταγωνιστικό.

Τα δίκτυα περιβαλλοντικών οργανώσεων «Europe Beyond Coal» και «Climate Action Network», η οργάνωση περιβαλλοντικών δικηγόρων «Client Earth» και η δεξαμενή σκέψης στην Ελλάδα για θέματα ενέργειας, περιβάλλοντος και βιώσιμης ανάπτυξης «The Green Tank», τεκμηριώνουν αναλυτικά την ανάγκη να αναθεωρηθεί ο όρος του συμπληρωματικού μνημονίου του 2017, για την πώληση 40% του λιγνιτικού χαρτοφυλακίου της ΔΕΗ.

Η πρώτη επιστολή που απευθύνεται στους επιτρόπους Ενεργειακής Ενωσης και Ενέργειας και Κλιματικής Δράσης κ.κ. Μάρος Σέφκοβιτς και Μιγκέλ Αρίας Κανιέτε, αντίστοιχα, επικεντρώνεται στις αρνητικές συνέπειες της σχεδιαζόμενης πώλησης στην ενεργειακή πολιτική της χώρας, στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και στους καταναλωτές, ενώ η δεύτερη επιστολή στην επίτροπο Ανταγωνισμού κυρία Μαργκρέτε Βεστάγκερ αναδεικνύει τα ζητήματα ανταγωνισμού.

Στις επιστολές τους, οι οργανώσεις συνδέουν την επιβαλλόμενη αποεπένδυση με τη διατήρηση πολύ σημαντικής λιγνιτικής ισχύος 2,7 GW και μεριδίου 17% του λιγνίτη το 2030, όπως φαίνεται στο προσχέδιο του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα. Αποκορύφωμα του παραλογισμού αποτελεί η έμμεση επιβολή της κατασκευής και δεύτερης νέας λιγνιτικής μονάδας στη Μελίτη που απαιτείται για να ικανοποιηθεί ο μνημονιακός όρος που απαιτεί το 40% της συνολικής λιγνιτικής ισχύος να δοθεί σε ιδιώτες.

Επιπλέον, συσχετίζουν την προσπάθεια να γίνει ελκυστικό το πακέτο πώλησης με πλήγματα ενάντια στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), όπως η κατάργηση του τέλους προμηθευτή και του τέλους λιγνίτη που στήριζαν ως τώρα τις επενδύσεις σε πράσινη ενέργεια. «Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει υποχρέωση να βοηθήσει την Ελλάδα να απαγκιστρωθεί από τον όρο πώλησης του 40%, ο οποίος βασίζεται σε λάθος παραδοχές και ξεπερασμένα δεδομένα» υπογραμμίζει η διευθύνουσα σύμβουλος της συμμαχίας «EuropeBeyondCoal», κυρία Μάχη Σιδερίδου.

Οι επιστολές καυτηριάζουν επίσης τη σχεδιαζόμενη επιβάρυνση των ελλήνων πολιτών με τη λεγόμενη «ρήτρα CO2», με την οποία το κόστος της αύξησης των τιμών CO2 θα μετακυληθεί από τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας στα νοικοκυριά. «Είναι απολύτως αναγκαίο η Κομισιόν να συμβάλλει στην ανάκληση μιας απόφασης που προσθέτει στρεβλώσεις και βλάπτει τον ανταγωνισμό και την εύρεση βιώσιμων εναλλακτικών λύσεων για την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας προς όφελος των καταναλωτών, της οικονομίας και του περιβάλλοντος» δηλώνει η δικηγόρος της οργάνωσης «ClientEarth», κυρία Ελένη Διαμαντοπούλου.

Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στις διαπραγματεύσεις μεταξύ κυβέρνησης και Κομισιόν για τον νέο μόνιμο Μηχανισμό Διασφάλισης Ισχύος (ΜΔΙ) που προβλέπεται να παρέχει γενναίες επιδοτήσεις στις λιγνιτικές μονάδες. Οι υπογράφοντες υπογραμμίζουν ότι ο ΜΔΙ δεν μπορεί να αντίκειται στους νέους κανόνες που συμφωνήθηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο μόλις τον Δεκέμβριο του 2018.

Τέλος, οι επιστολές αναφέρονται σε μια κραυγαλέα αντίφαση: αφενός τα μέτρα στήριξης του λιγνίτη που θα ληφθούν για να καταστεί το πακέτο πώλησης ελκυστικό στους επενδυτές αριθμούν εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ ετησίως, αφετέρου το Εθνικό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης προβλέπεται να δίνει μόλις 20 εκατ. ευρώ τον χρόνο σε Κοζάνη, Φλώρινα και Μεγαλόπολη. Οπως επισημαίνει ο κ. Νίκος Μάντζαρης, αναλυτής πολιτικής για την ενέργεια και το κλίμα στο «Green Tank», η εξίσωση των λιγνιτών δεν βγαίνει πλέον. Και προσθέτει: «Οι συνεχείς αναβολές της ημερομηνίας κατάθεσης δεσμευτικών προσφορών φανερώνουν το αδιέξοδο. Οι ευρωπαίοι επίτροποι πρέπει να αναλάβουν άμεσα πρωτοβουλίες έτσι ώστε να σταματήσει η επιβαλλόμενη διαιώνιση του λιγνιτικού μοντέλου ηλεκτροπαραγωγής που επιβαρύνει δημόσια υγεία, κλίμα και οικονομία».