Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα δεδομένα ηλεκτροπαραγωγής (Μάιος 2023 για το διασυνδεμένο δίκτυο και Μάρτιος 2023 για τα μη διασυνδεδεμένα νησιά) και αυτά των ετήσιων εκπομπών CO2 από το ΣΕΔΕ (2022), εκτιμώνται οι μηνιαίες εκπομπές από κάθε μονάδα παραγωγής ηλεκτροπαραγωγής της Ελλάδας, ακολουθώντας τη μεθοδολογία και τις παραδοχές που παρουσιάζονται εδώ.
Εκπομπές ανά καύσιμο
Συνολικά τους πέντε πρώτους μήνες του 2023 εκπέμφθηκαν 5.62 εκ. τόνοι CO2 για την παραγωγή ηλεκτρισμού. Το 50.1% προέρχεται από λιγνιτικές μονάδες (2.81 εκ. τόνοι), το 35.8% από μονάδες ορυκτού αερίου (2.01 εκ. τόνοι) και το 14.1% από πετρελαϊκές μονάδες (0.8 εκ. τόνοι). Ενώ λοιπόν οι εκπομπές από τον λιγνίτη ήταν 1.4 φορές περισσότερες από αυτές του ορυκτού αερίου, η συνεισφορά του στην ηλεκτροπαραγωγή κατά το πρώτο πεντάμηνο του 2023 (1920 GWh) ήταν 2.5 φορές μικρότερη (4725 GWh), αντικατοπτρίζοντας τον πολύ υψηλότερο συντελεστή εκπομπών των λιγνιτικών μονάδων.
Οι συνολικές εκπομπές μειώθηκαν κατά 21.3% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2022, συνεχίζοντας την πτωτική πορεία και από τα τρία καύσιμα. Η μεγαλύτερη μείωση παρατηρήθηκε στις μονάδες ορυκτού αερίου (-0.97 εκ. τόνοι ή -32.5% σε σχέση με το 2022) που βρέθηκαν στα χαμηλότερα επίπεδα από το 2018 (1.87 εκ. τόνοι). Η μικρότερη μείωση ποσοστιαία (-7.6%) αλλά και σε απόλυτη τιμή (-0.23 εκ. τόνοι) προήλθε από τον λιγνίτη, ακολουθώντας τη μικρή μείωση της συνεισφοράς του καυσίμου στην ηλεκτροπαραγωγή κατά 3.6% το πρώτο πεντάμηνο του 2023 συγκριτικά με την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους. Οι εκπομπές από τις πετρελαϊκές μονάδες εκτιμάται ότι μειώθηκαν κατά 0.32 εκ. τόνους (-28.7%) σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2022.
Ακόμα μεγαλύτερη μείωση υπήρξε σε σχέση με τον μέσο όρο της πενταετίας (-40.5%), όπου οι συνολικές εκπομπές του τομέα της ηλεκτροπαραγωγής και από τα τρία καύσιμα ήταν 9.44 εκ. τόνοι το πρώτο πεντάμηνο του έτους. Σε αυτό συνέβαλε πρωτίστως η μείωση της λιγνιτικής παραγωγής που είχε σαν αποτέλεσμα τη μείωση των εκπομπών από τις λιγνιτικές μονάδες κατά 2.89 εκ. τόνους (-50.7%) το πρώτο πεντάμηνο του έτους σε σχέση με τον μέσο όρο της πενταετίας (5.71 εκ. τόνοι). Σημειώνεται ότι στην αρχή της πενταετίας (2018) οι εκπομπές του λιγνίτη ήταν τριπλάσιες (8.88 εκ. τόνοι). Τη δεύτερη μεγαλύτερη συνεισφορά στη μείωση των εκπομπών μετά τον λιγνίτη είχαν οι μονάδες με καύσιμο το ορυκτό αέριο, οι οποίες περιόρισαν τις εκπομπές τους κατά 0.57 εκ. τόνους (-22.1%) σε σχέση με τον μέσο όρο της πενταετίας ενώ ακολούθησαν οι εκπομπές από τις πετρελαϊκές μονάδες με μείωση 0.36 εκ. τόνους (-30.9%).
Μπορείτε να δείτε τη συνολική πορεία των εκπομπών CO2 ανά καύσιμο από το 2013 ως σήμερα εδώ.
Οι εκπομπές ανά σταθμό ηλεκτροπαραγωγής
Σε ό,τι αφορά τον επιμερισμό των εκπομπών στους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, πρώτος, με μεγάλη διαφορά, συνεχίζει να είναι ο λιγνιτικός ατμοηλεκτρικός σταθμός (ΑΗΣ) του Αγίου Δημητρίου, με αθροιστικές εκπομπές το πρώτο πεντάμηνο του 2023 1.96 εκ. τόνους, οι οποίες προήλθαν σχεδόν εξ ολοκλήρου από τη μονάδα V (97%) ενώ το υπόλοιπο 3% προήλθε από τη μονάδα Ι. Στη 2η θέση βρίσκεται ξανά η νέα λιγνιτική μονάδα της ΔΕΗ «Πτολεμαΐδα 5» (0.35 εκ. τόνοι) παρά τη μηδενική συνεισφορά της στην ηλεκτροπαραγωγή κατά τον μήνα Μάιο. Τρίτος στην κατάταξη είναι ο λιγνιτικός σταθμός της Μεγαλόπολης IV με 0.33 εκ. τόνους, ενώ αθροιστικά με τους δύο πρώτους εξέπεμψαν 2.64 εκ. τόνους το πρώτο πεντάμηνο του 2023, αντιπροσωπεύοντας το 54.8% των συνολικών εκπομπών από τους 17 θερμικούς σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας του διασυνδεδεμένου δικτύου της χώρας.
Στην 4η θέση της κατάταξης των μεγαλύτερων ρυπαντών στην ηλεκτροπαραγωγή βρίσκεται ο σταθμός ορυκτού αερίου «Μεγαλόπολη V» με εκπομπές 0.31 εκ τόνους, ενώ ακολουθεί η μονάδα συμπαραγωγής ηλεκτρισμού και θερμότητας υψηλής απόδοσης (ΣΗΘΥΑ) της Αλουμίνιον με 0.27 εκ. τόνους. Κατά μία θέση πιο ψηλά σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, στην 6η θέση της γενικής κατάταξης, βρίσκεται ο σταθμός αερίου «Αλιβέρι 5» με 0.23 εκ. τόνους.
Στα Μη Διασυνδεμένα Νησιά την πρωτιά σε εκπομπές κατέχουν δύο από τους τρεις πετρελαϊκούς σταθμούς που βρίσκονται στην Κρήτη (Αθερινόλακκος και Λινοπεράματα) με συνολικές εκπομπές 0.31 εκ. τόνους στο πρώτο πεντάμηνο του 2023, ενώ για πρώτη φορά ακολουθεί η Ρόδος σε εκπομπές (0.08 εκ. τόνοι), εκπέμποντας λίγο περισσότερο από τον πετρελαϊκό σταθμό των Χανίων (0.076). Αθροιστικά οι τέσσερις πρώτοι σε εκπομπές πετρελαϊκοί σταθμοί αντιπροσωπεύουν το 58.3% των συνολικών εκπομπών από πετρελαϊκούς σταθμούς στα μη διασυνδεδεμένα νησιά.
Οι εκπομπές των θερμικών μονάδων της ΔΕΗ
Το 2021 η ΔΕΗ σύναψε τρία ομολογιακά δάνεια που περιείχαν ρήτρες βιωσιμότητας. Σύμφωνα με τα δύο πρώτα συνολικού ύψους 775 εκ. €, οι εκπομπές από τις θερμικές μονάδες της ΔΕΗ θα έπρεπε να μειωθούν κατά 40% το 2022 σε σχέση με τα επίπεδα του 2019, ενώ η ρήτρα βιωσιμότητας του τρίτου ομολογιακού δανείου ύψους 500 εκ. €, επέβαλε μείωση κατά 57% το 2023 σε σχέση με τα επίπεδα του 2019.
Με βάση τα δεδομένα του ΣΕΔΕ για όλες τις θερμικές μονάδες της ΔΕΗ το 2022 οι συνολικές εκπομπές ήταν 14.92 εκ. τόνοι, μια μείωση της τάξης του 35.3% σε σχέση με τα επίπεδα του 2019 (23.09 εκ. τόνοι), περίπου 4.7 ποσοστιαίες μονάδες ή 1.07 εκ. τόνους CO2 μακριά από τον στόχο του -40% (13.85 εκ. τόνοι) που αντιστοιχεί στη ρήτρα βιωσιμότητας των δύο πρώτων ομολογιακών δανείων.
Σχετικά με το τρίτο ομολογιακό δάνειο που αφορά την κλιματική επίδοση της ΔΕΗ το 2023, οι εκπομπές των θερμικών μονάδων της επιχείρησης για τους πέντε πρώτους μήνες του 2023 εκτιμώνται σε 4.4 εκ. τόνους. Δεδομένου ότι η ρήτρα βιωσιμότητας του -57% απαιτεί τον περιορισμό των εκπομπών στους 9.93 εκ. τόνους για το 2023, ο προϋπολογισμός άνθρακα που απομένει στην επιχείρηση ως το τέλος του έτους είναι 5.53 εκ. τόνοι. Συνεπώς, ως τον Μάιο του 2023 η ΔΕΗ έχει ξοδέψει το 44.3% του συνολικού προϋπολογισμού άνθρακα του έτους. Αν συνεχίσει να εκπέμπει με τον ίδιο ρυθμό, τότε θα εξαντλήσει τον προϋπολογισμό άνθρακα των θερμικών της μονάδων τον Νοέμβριο του 2023, δύο μήνες πριν το τέλος του έτους. Παρατηρείται ωστόσο μια συνεχής πρόοδος από μήνα σε μήνα και ειδικά σε σχέση με τους πρώτους μήνες του έτους όπου προβλεπόταν εξάντληση του «αποθέματος» εκπομπών της ΔΕΗ τον Σεπτέμβριο. Η πρόοδος αποδίδεται κυρίως στη συνέχιση του περιορισμού της χρήσης λιγνίτη, η συνεισφορά του οποίου συγκεκριμένα τον Μάιο ήταν η δεύτερη χαμηλότερη ιστορικά (200 GWh) μετά από τη μηνιαία παραγωγή του Απριλίου του 2022.
Μπορείτε να δείτε την εξέλιξη των εκπομπών του τομέα της ηλεκτροπαραγωγής από το 2013 ως σήμερα και να διαβάσετε τις αναλύσεις προηγούμενων μηνών εδώ.