Το ανθρακικό αποτύπωμα της ηλεκτροπαραγωγής – Iούλιος 2023

Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα δεδομένα ηλεκτροπαραγωγής (Ιούλιος 2023 για το διασυνδεμένο δίκτυο και Ιούνιος 2023 για τα μη διασυνδεδεμένα νησιά) και αυτά των ετήσιων εκπομπών CO2 από το ΣΕΔΕ (2022), εκτιμώνται οι μηνιαίες εκπομπές από κάθε μονάδα παραγωγής ηλεκτροπαραγωγής της Ελλάδας, ακολουθώντας τη μεθοδολογία και τις παραδοχές που παρουσιάζονται εδώ.

Εκπομπές ανά καύσιμο

Συνολικά τους επτά πρώτους μήνες του 2023 εκπέμφθηκαν 8.61 εκ. τόνοι CO2 για την παραγωγή ηλεκτρισμού. Το 44.7% προέρχεται από λιγνιτικές μονάδες (3.85 εκ. τόνοι), το 38.8% από μονάδες ορυκτού αερίου (3.34 εκ. τόνοι) και το 16.5% από πετρελαϊκές μονάδες (1.42 εκ. τόνοι). Οι εκπομπές από λιγνίτη συνεχίζουν να υπερτερούν έναντι αυτών από ορυκτό αέριο παρά το γεγονός ότι η συνεισφορά του στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής είναι αισθητά μικρότερη. Συγκεκριμένα, ο λιγνίτης παρήγαγε 2.9 φορές λιγότερη ηλεκτρική ενέργεια από το αέριο, σημειώνοντας ιστορικό χαμηλό συγκριτικά με το πρώτο επτάμηνο των προηγούμενων ετών, ενώ οι εκπομπές του συνέχισαν να έχουν την πρωτοκαθεδρία, εκπέμποντας  1.15 φορές περισσότερους ρύπους CO2 από ό,τι το ορυκτό αέριο. Ωστόσο υψηλές παρέμειναν και οι εκπομπές από ορυκτό αέριο (μόλις 0.5 εκ. τόνοι λιγότεροι από το λιγνίτη το επτάμηνο), παρά τη μείωση κατά 27.1% της συνεισφοράς του αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή το πρώτο επτάμηνο του 2023 σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2022.

Οι συνολικές εκπομπές του τομέα μειώθηκαν κατά 2.59 εκ. τόνους ή 23.1% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2022, ως αποτέλεσμα της πτωτικής πορείας των εκπομπών και από τα τρία ορυκτά καύσιμα. Η μεγαλύτερη μείωση παρατηρήθηκε στις μονάδες ορυκτού αερίου (-1.24 εκ. τόνοι ή -27.1% σε σχέση με το 2022) που βρέθηκαν στα χαμηλότερα επίπεδα μετά το 2018 (2.71 εκ. τόνοι). Ακολούθησαν σε μείωση οι εκπομπές από τον λιγνίτη (-1.05 εκ. τόνοι ή -21.4%), ενώ η μικρότερη ποσοστιαία και σε απόλυτη τιμή μείωση προήλθε από τις πετρελαϊκές μονάδες, των οποίων οι εκπομπές εκτιμάται ότι μειώθηκαν κατά 0.29 εκ. τόνους (-17.1%) σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2022.

Ακόμα μεγαλύτερη μείωση υπήρξε σε σχέση με τον μέσο όρο της πενταετίας (-37.1%), όπου οι συνολικές εκπομπές του τομέα της ηλεκτροπαραγωγής και από τα τρία καύσιμα ήταν 1.37 εκ. τόνοι το πρώτο επτάμηνο του έτους. Σε αυτό συνέβαλε πρωτίστως η μείωση της λιγνιτικής παραγωγής που είχε σαν αποτέλεσμα τη μείωση των εκπομπών από τις λιγνιτικές μονάδες κατά 4.1 εκ. τόνους (-51.5%) το πρώτο επτάμηνο του έτους σε σχέση με τον μέσο όρο της πενταετίας (7.94 εκ. τόνοι). Σημειώνεται ότι στην αρχή της πενταετίας (2018) οι εκπομπές του λιγνίτη (13.65 εκ. τόνοι) ήταν τρεισήμισι φορές περισσότερες από αυτές του 2023. Τη δεύτερη μεγαλύτερη συνεισφορά στη μείωση των εκπομπών μετά τον λιγνίτη είχαν οι μονάδες με καύσιμο το ορυκτό αέριο, οι οποίες περιόρισαν τις εκπομπές τους κατά 0.63 εκ. τόνους (-15.8%) σε σχέση με τον μέσο όρο της πενταετίας ενώ ακολούθησαν οι εκπομπές από τις πετρελαϊκές μονάδες με μείωση 0.36 εκ. τόνους (-20.3%).

Μπορείτε να δείτε τη συνολική πορεία των εκπομπών CO2 ανά καύσιμο από το 2013 ως σήμερα εδώ.

Οι εκπομπές ανά σταθμό ηλεκτροπαραγωγής

Σε ό,τι αφορά τον επιμερισμό των εκπομπών στους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, πρώτος, με μεγάλη διαφορά, συνέχισε να είναι ο λιγνιτικός ατμοηλεκτρικός σταθμός (ΑΗΣ) του Αγίου Δημητρίου, με αθροιστικές εκπομπές το πρώτο επτάμηνο του 2023 2.33 εκ. τόνους. Για πρώτη φορά μάλιστα το 2023 λειτούργησαν όλες οι μονάδες του (I-V), με χαμηλούς ωστόσο συντελεστές χρησιμοποίησης αποδίδοντας 200.7 GWh συνολικά τον Ιούλιο 2023. Στη 2η θέση βρέθηκε ξανά η νέα λιγνιτική μονάδα της ΔΕΗ «Πτολεμαΐδα 5» (0.75 εκ. τόνοι), η οποία κατά τον Ιούλιο σημείωσε υψηλό ηλεκτροπαραγωγής από την έναρξη της λειτουργίας της με 255.7 GWh, καλύπτοντας το 43.2% της ηλεκτροπαραγωγής που προήλθε από λιγνιτικές μονάδες. Την πρώτη τριάδα των λιγνιτικών σταθμών συμπλήρωσε ο λιγνιτικός σταθμός της Μεγαλόπολης IV, ο οποίος αν και τέταρτος στη γενική κατάταξη εξέπεμψε  0.48 εκ. τόνους. Αθροιστικά με τους δύο πρώτους ήταν υπεύθυνος για  3.57 εκ. τόνους το πρώτο επτάμηνο του 2023, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν το μισό (49.7%) των συνολικών εκπομπών από τους 17 θερμικούς σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας του διασυνδεδεμένου δικτύου της χώρας.

Στην 3η θέση της κατάταξης των μεγαλύτερων ρυπαντών στην ηλεκτροπαραγωγή βρέθηκε ο σταθμός ορυκτού αερίου «Μεγαλόπολη V» με εκπομπές 0.53 εκ. τόνους, καταγράφοντας τον Ιούλιο του 2023 την υψηλότερη μηνιαία ηλεκτροπαραγωγή του έτους (313.5 GWh ). Ακολούθησε η μονάδα συμπαραγωγής ηλεκτρισμού και θερμότητας υψηλής απόδοσης (ΣΗΘΥΑ) της Αλουμίνιον με 0.38 εκ. τόνους ενώ κατά μία θέση πιο ψηλά σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, στην 6η θέση της γενικής κατάταξης, βρέθηκε ο σταθμός αερίου Λαύριο IV-V με 0.37 εκ. τόνους.

Στα Μη Διασυνδεμένα Νησιά την πρωτιά σε εκπομπές κατείχαν δύο από τους τρεις πετρελαϊκούς σταθμούς που βρίσκονται στην Κρήτη (Αθερινόλακκος και Λινοπεράματα) με συνολικές εκπομπές 0.54 εκ. τόνους στο πρώτο επτάμηνο του 2023, ενώ ακολούθησε ο σταθμός της Σορωνής στη Ρόδο (0.16 εκ. τόνοι), εκπέμποντας λίγο περισσότερο  από τον πετρελαϊκό σταθμό των Χανίων (0.14 εκ. τόνοι). Αθροιστικά οι τέσσερις πρώτοι σε εκπομπές πετρελαϊκοί σταθμοί αντιπροσωπεύουν το 60% σχεδόν (59.3%) των συνολικών εκπομπών στα μη διασυνδεδεμένα νησιά.

Οι εκπομπές των θερμικών μονάδων της ΔΕΗ

Το 2021 η ΔΕΗ σύναψε τρία ομολογιακά δάνεια που περιείχαν ρήτρες βιωσιμότητας. Σύμφωνα με τα δύο πρώτα συνολικού ύψους 775 εκ. €, οι εκπομπές από τις θερμικές μονάδες της ΔΕΗ θα έπρεπε να μειωθούν κατά 40% το 2022 σε σχέση με τα επίπεδα του 2019, ενώ η ρήτρα βιωσιμότητας του τρίτου ομολογιακού δανείου ύψους 500 εκ. €, επέβαλε μείωση κατά 57% το 2023 σε σχέση με τα επίπεδα του 2019.

Με βάση τα δεδομένα του ΣΕΔΕ για όλες τις θερμικές μονάδες της ΔΕΗ το 2022 οι συνολικές εκπομπές ήταν 14.92 εκ. τόνοι, μια μείωση της τάξης του 35.3% σε σχέση με τα επίπεδα του 2019 (23.09 εκ. τόνοι), περίπου 4.7 ποσοστιαίες μονάδες ή 1.07 εκ. τόνους CO2 μακριά από τον στόχο του -40% (13.85 εκ. τόνοι) που αντιστοιχεί στη ρήτρα βιωσιμότητας των δύο πρώτων ομολογιακών δανείων.

Σχετικά με το τρίτο ομολογιακό δάνειο που αφορά την κλιματική επίδοση της ΔΕΗ το 2023, οι εκπομπές των θερμικών μονάδων της επιχείρησης για τους επτά πρώτους μήνες του 2023 εκτιμώνται σε 6.57 εκ. τόνους, σημειώνοντας χαμηλό πενταετίας. Επιπλέον εμφανίζονται μειωμένες κατά 25%  συγκριτικά με την ίδια περίοδο του 2022, όταν οι συνολικές εκπομπές των σταθμών της ΔΕΗ ήταν  8.76 εκ. τόνους. Παρά την πρόοδο αυτή όμως και δεδομένου ότι η ρήτρα βιωσιμότητας του -57% απαιτεί τον περιορισμό των εκπομπών στους 9.93 εκ. τόνους για όλο το 2023, ο προϋπολογισμός άνθρακα που απομένει στην επιχείρηση ως το τέλος του έτους είναι 3.36 εκ. τόνοι. Συνεπώς, μέχρι στιγμής η ΔΕΗ έχει ξοδέψει το 66.1% του συνολικού προϋπολογισμού άνθρακα του έτους. Αν συνεχίσει να εκπέμπει με τον ίδιο ρυθμό, τότε θα εξαντλήσει τον προϋπολογισμό άνθρακα των θερμικών της μονάδων τον Νοέμβριο, ένα μήνα πριν το τέλος του έτους. Ωστόσο είναι εμφανής η πρόοδος της ΔΕΗ σε σχέση με τους πρώτους μήνες του έτους όπου προβλεπόταν εξάντληση του «αποθέματος» εκπομπών της ΔΕΗ τον Σεπτέμβριο. Η πρόοδος αποδίδεται κυρίως στον περιορισμό του λιγνίτη, του οποίου οι εκπομπές στο πρώτο επτάμηνο του 2023 έχουν μειωθεί κατά 29% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019, ενώ ακολουθούν οι σταθμοί ορυκτού αερίου ιδιοκτησίας της ΔΕΗ με 15.6% μείωση των εκπομπών τους και  οι πετρελαϊκοί σταθμοί με μικρότερη μείωση (-9.2%).

Μπορείτε να δείτε την εξέλιξη των εκπομπών του τομέα της ηλεκτροπαραγωγής από το 2013 ως σήμερα και να διαβάσετε τις αναλύσεις προηγούμενων μηνών εδώ.