Το ανθρακικό αποτύπωμα της ηλεκτροπαραγωγής – Νοέμβριος 2023

­Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα δεδομένα ηλεκτροπαραγωγής (Νοέμβριος 2023 για το διασυνδεμένο δίκτυο και Σεπτέμβριος 2023 για τα μη διασυνδεδεμένα νησιά) και αυτά των ετήσιων εκπομπών CO2 από το ΣΕΔΕ (2022), εκτιμώνται οι μηνιαίες εκπομπές από κάθε μονάδα παραγωγής ηλεκτροπαραγωγής της Ελλάδας, ακολουθώντας τη μεθοδολογία και τις παραδοχές που παρουσιάζονται εδώ.

Εκπομπές ανά καύσιμο

Συνολικά τους έντεκα πρώτους μήνες του 2023 εκπέμφθηκαν 13.35 εκ. τόνοι CO2 για την παραγωγή ηλεκτρισμού. Τον Νοέμβριο οι εκπομπές από τις λιγνιτικές μονάδες ξεπέρασαν αυτές του ορυκτού αερίου ξανά, έπειτα από τρεις συνεχόμενους μήνες (Αύγουστος-Οκτώβριος) που ίσχυε η αντίθετη τάση. Αυτή η αλλαγή ωστόσο, δεν επηρέασε τις αθροιστικές εκπομπές, καθώς στους πρώτους έντεκα μήνες του 2023 οι εκπομπές από τις μονάδες ορυκτού αερίου (5.46 εκ. τόνοι &  μερίδιο 40.9%) ξεπέρασαν ελάχιστα (0.03 εκ. τόνους) τις αντίστοιχες των λιγνιτικών μονάδων (5.42 εκ. τόνοι & μερίδιο 40.6%). Το υπόλοιπο 18.5% των εκπομπών προήλθε από τις πετρελαϊκές μονάδες (2.47 εκ. τόνοι). Η μείωση της διαφοράς των εκπομπών μεταξύ του ορυκτού αερίου και του λιγνίτη, σε σχέση με τις προηγούμενες περιόδους του 2023 οφείλεται κυρίως στη μείωση της ηλεκτροπαραγωγής από ορυκτό αέριο, καθώς τον Νοέμβριο, για πρώτη φορά έπειτα από πέντε συνεχόμενους μήνες, η παραγωγή έπεσε κάτω από 1 TWh (964 GWh).

Οι συνολικές εκπομπές του τομέα μειώθηκαν κατά 3.91 εκ. τόνους ή 22.6% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2022, ως αποτέλεσμα της πτωτικής πορείας των εκπομπών και από τα τρία ορυκτά καύσιμα. Το μεγαλύτερο τμήμα της μείωσης προήλθε από τις λιγνιτικές μονάδες (-2.19 εκ. τόνοι ή -28.7% σε σχέση με το 2022). Ακολούθησαν σε μείωση οι εκπομπές από ορυκτό αέριο (-1.38 εκ. τόνοι ή -20.2% σε σχέση με το 2022), ενώ τη  μικρότερη συνεισφορά στη μείωση είχαν οι πετρελαϊκές μονάδες, των οποίων οι εκπομπές μειώθηκαν κατά 0.35 εκ. τόνους (ή -12.2%) σε σχέση με το 2022.

Ακόμα μεγαλύτερη μείωση 7.93 εκ. τόνων καταγράφεται σε σχέση με τον μέσο όρο της πενταετίας (-37.2%), όπου οι συνολικές εκπομπές του τομέα της ηλεκτροπαραγωγής και από τα τρία καύσιμα ήταν 21.28 εκ. τόνοι τους πρώτους έντεκα μήνες. Σε αυτό συνέβαλε πρωτίστως η μείωση της λιγνιτικής παραγωγής που είχε σαν αποτέλεσμα τη μείωση των εκπομπών από τις λιγνιτικές μονάδες κατά 6.46 εκ. τόνους (-54.3%) το ενδεκάμηνο του έτους σε σχέση με τον μέσο όρο της πενταετίας (11.88 εκ. τόνοι). Σημειώνεται ότι στην αρχή της πενταετίας (2018) οι εκπομπές από τις λιγνιτικές μονάδες (21 εκ. τόνοι) ήταν σχεδόν τέσσερις φορές περισσότερες από αυτές του 2023. Τη δεύτερη μεγαλύτερη συνεισφορά στη μείωση των εκπομπών μετά τον λιγνίτη είχαν οι μονάδες με καύσιμο το ορυκτό αέριο, οι οποίες περιόρισαν τις εκπομπές τους κατά 1.03 εκ. τόνους (-15.8%) σε σχέση με τον μέσο όρο της πενταετίας, ενώ ακολούθησαν οι εκπομπές από τις πετρελαϊκές μονάδες με μείωση 0.44 εκ. τόνους (-15.1%).

Οι εκπομπές ανά σταθμό ηλεκτροπαραγωγής

Σε ό,τι αφορά τον επιμερισμό των εκπομπών στους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, πρώτος, με μεγάλη διαφορά συνέχισε να είναι ο λιγνιτικός ατμοηλεκτρικός σταθμός (ΑΗΣ) του Αγίου Δημητρίου, με αθροιστικές εκπομπές το ενδεκάμηνο του 2023 2.95 εκ. τόνους. H ηλεκτροπαραγωγή του σταθμού αυξήθηκε τον Νοέμβριο έπειτα από τέσσερις συνεχόμενους μήνες κατά τους οποίους μειωνόταν συνεχώς. Μάλιστα ξεπέρασε το 50% της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής παράγοντας συνολικά τον Νοέμβριο 217 GWh (ή 57.5%) από τις μονάδες IV, V, οι οποίες, εκτός από ηλεκτρική ενέργεια, τροφοδοτούν με θερμική ενέργεια το σύστημα τηλεθέρμανσης της πόλης της Κοζάνης.  Στη 2η θέση βρέθηκε η νέα λιγνιτική μονάδα στις ΔΕΗ «Πτολεμαΐδα 5» (1.53 εκ. τόνοι), η οποία έχει τεθεί πλέον σε πλήρη εμπορική λειτουργία. Από τον Ιούνιο χρησιμοποιείται ως η κύρια μονάδα λιγνιτικής παραγωγής, με σημαντικά αυξημένη συνεισφορά σε σχέση με τον Άγιο Δημήτριο, με εξαίρεση τον Νοέμβριο που η παραγωγή ήταν μειωμένη σε σχέση με του Αγίου Δημητρίου, με μερίδιο 42.5% στη συνολική λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή (160.5 GWh). Εξαιτίας αυτού, καθώς και  του χαμηλότερου συντελεστή[1]  εκπομπών, η «Πτολεμαΐδα 5», εξέπεμψε το 31% των συνολικών εκπομπών που προήλθαν από τις λιγνιτικές μονάδες τον Νοέμβριο του 2023.

Την πρώτη τριάδα των λιγνιτικών σταθμών συμπλήρωσε ο λιγνιτικός σταθμός της Μεγαλόπολης IV, ο οποίος όπως τον Οκτώβριο έτσι και τον Νοέμβριο είχε μηδενική παραγωγή, και βρέθηκε 5ος στη γενική κατάταξη εκπέμποντας 0.57 εκ. τόνους στο ενδεκάμηνο του 2023.

Στην 3η θέση της κατάταξης των μεγαλύτερων ρυπαντών στην ηλεκτροπαραγωγή βρέθηκε ο σταθμός ορυκτού αερίου «Μεγαλόπολη V» με εκπομπές 1.02 εκ. τόνους. Ακολούθησε ο σταθμός αερίου Λαύριο IV-V με 0.71 εκ. τόνους, ενώ 6η βρέθηκε η μονάδα συμπαραγωγής ηλεκτρισμού και θερμότητας υψηλής απόδοσης (ΣΗΘΥΑ) της Αλουμίνιον με 0.56 εκ. τόνους.

Στα Μη Διασυνδεμένα Νησιά την πρωτιά σε εκπομπές κατείχαν δύο από τους τρεις πετρελαϊκούς σταθμούς που βρίσκονται στην Κρήτη (Αθερινόλακκος και Λινοπεράματα) με συνολικές εκπομπές 0.82 εκ. τόνους τους έντεκα πρώτους μήνες του 2023. Μάλιστα ο Αθερινόλακκος (0.46 εκ. τόνοι) βρίσκεται στην 10η θέση πιο ψηλά από πέντε σταθμούς ορυκτού αερίου και έναν λιγνιτικό. Ακολούθησε ο σταθμός της Σορωνής στη Ρόδο (0.32 εκ. τόνοι) και έπειτα ο πετρελαϊκός σταθμός στην Κω (0.29 εκ. τόνοι). Αθροιστικά οι τέσσερις πρώτοι σε εκπομπές πετρελαϊκοί σταθμοί αντιπροσωπεύουν το 58.1% των συνολικών εκπομπών στα μη διασυνδεδεμένα νησιά.

Οι εκπομπές των θερμικών μονάδων της ΔΕΗ

Το 2021 η ΔΕΗ σύναψε τρία ομολογιακά δάνεια που περιείχαν ρήτρες βιωσιμότητας. Σύμφωνα με τα δύο πρώτα συνολικού ύψους 775 εκ. €, οι εκπομπές από τις θερμικές μονάδες της ΔΕΗ θα έπρεπε να μειωθούν κατά 40% το 2022 σε σχέση με τα επίπεδα του 2019, ενώ η ρήτρα βιωσιμότητας του τρίτου ομολογιακού δανείου ύψους 500 εκ. €, επέβαλε μείωση κατά 57% το 2023 σε σχέση με τα επίπεδα του 2019.

Με βάση τα δεδομένα του ΣΕΔΕ για όλες τις θερμικές μονάδες της ΔΕΗ το 2022 οι συνολικές εκπομπές ήταν 14.92 εκ. τόνοι, μια μείωση της τάξης του 35.3% σε σχέση με τα επίπεδα του 2019 (23.09 εκ. τόνοι). Παρά τη μείωση, η επίδοση αυτή ήταν περίπου 4.7 ποσοστιαίες μονάδες ή 1.07 εκ. τόνους CO2 μακριά από τον στόχο του -40% (13.85 εκ. τόνοι) που αντιστοιχεί στη ρήτρα βιωσιμότητας των δύο πρώτων ομολογιακών δανείων.

Σχετικά με το τρίτο ομολογιακό δάνειο που αφορά την κλιματική επίδοση της ΔΕΗ το 2023, οι εκπομπές των θερμικών μονάδων της επιχείρησης για τους έντεκα πρώτους μήνες του 2023 εκτιμώνται σε 10.18 εκ. τόνους. Η επίδοση αυτή αποτελεί ιστορικό χαμηλό και αντιστοιχεί σε μείωση κατά 24.9% συγκριτικά με την ίδια περίοδο του 2022 (13.6 εκ. τόνοι). Η βελτίωση αποδίδεται κυρίως στον περιορισμό των εκπομπών από τους λιγνιτικούς σταθμούς (-2.19 εκ. τόνους), δευτερευόντως στη μείωση από τους σταθμούς ορυκτού αερίου ιδιοκτησίας της ΔΕΗ (-0.85 εκ. τόνους), και τέλος σε αυτή από τους πετρελαϊκούς σταθμούς (-0.35 εκ. τόνους).

Παρά την πρόοδο αυτή όμως και δεδομένου ότι η ρήτρα βιωσιμότητας του -57% απαιτεί τον περιορισμό των εκπομπών στους 9.93 εκ. τόνους για το 2023, είναι προφανές πως η επιχείρηση εξάντλησε τον συνολικό προϋπολογισμό άνθρακα για ολόκληρο το έτος ήδη από τον Νοέμβριο, ξεπερνώντας τον κατά 0.25 εκ. τόνους.

Μπορείτε να δείτε την εξέλιξη των εκπομπών του τομέα της ηλεκτροπαραγωγής από το 2013 ως σήμερα και να διαβάσετε τις αναλύσεις προηγούμενων μηνών εδώ.

[1] Υπενθυμίζεται πως όσον αφορά την Πτολεμαΐδα 5 λαμβάνεται ως συντελεστής εκπομπών για τη μονάδα η τιμή του 1 tn/MWh που αναγράφεται στη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων του σταθμού. Αυτή η επιλογή γίνεται αναγκαστικά καθώς δεν υπάρχουν δεδομένα ηλεκτροπαραγωγής και εκπομπών από προηγούμενα έτη– όπως στους άλλους σταθμούς- μέσω των οποίων εκτιμάται ο πραγματικός μέσος συντελεστής εκπομπών.