Τα διδάγματα του 2022 να αποτελέσουν πυξίδα για το 2023

Με βλέμμα στο 2023, ο Νίκος Μάντζαρης, στο άρθρο του «Τα διδάγματα του 2022 να αποτελέσουν πυξίδα για το 2023» αναλύει τις ραγδαίες εξελίξεις που έφερε η χρονιά της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και της ενεργειακής κρίσης καθώς και τις δομικές αλλαγές που βάζουν πλέον ανεπίστρεπτα την Ευρώπη και την Ελλάδα στην τροχιά της καθαρής ενέργειας.

Εστιάζοντας την Ελλάδα, ξεχωρίζει το γεγονός ότι οι ΑΠΕ, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ, αποτελούν τους τελευταίους μήνες σταθερά την πρώτη πηγή παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, με σημαντική συμβολή στη συγκράτηση των ενεργειακών τιμών και τη σταδιακή απεξάρτηση από τα ακριβά και ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα.

Το τελευταίο, όπως επισημαίνει ο Νίκος Μάντζαρης, κατέρριψε και το δόγμα που θέλει το αέριο να είναι το μεταβατικό καύσιμο, καθώς σύμφωνα με τις αναλύσεις του Green Tank, η χώρα κατόρθωσε να μειώσει κατά 19% την κατανάλωση ορυκτού αερίου σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά (-33% τους τελευταίους 4 μήνες), ενώ σχεδόν μηδένισε την εξάρτησή της από το ρωσικό ορυκτό αέριο. Την ίδια στιγμή σημειώνεται σημαντική μείωση της εισαγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας ως συνδυαστικό αποτέλεσμα του περιορισμού της κατανάλωσης συνολικά και της προόδου των ΑΠΕ.

Η δυνατότητα της χώρας να διασφαλίζει την ενεργειακή της επάρκεια βασιζόμενη όλο και περισσότερο στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, καθιστά και την όποια πρόταση για επιστροφή στον λιγνίτη αχρείαστη με ολέθριες επιπτώσεις όχι μόνο για το κλίμα και τη δημόσια υγεία, αλλά και για την οικονομία.

Ακόμα μία τομή για το ενεργειακό σύστημα της χώρας μέσα στο 2022 αποτελεί η σταδιακή αποκέντρωσή του, καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία του ΔΕΔΔΗΕ, όλο και περισσότεροι πολίτες αναλαμβάνουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην ενεργειακή μετάβαση με όλο και περισσότερες αιτήσεις για έργα αυτοπαραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, είτε από μεμονωμένα νοικοκυριά και επιχειρήσεις, είτε συλλογικά αξιοποιώντας το εργαλείο των ενεργειακών κοινοτήτων.

Με αυτά τα δεδομένα να διαμορφώνουν πια το τοπίο ενός πράσινου, αυτόνομου και δημοκρατικού ενεργειακού συστήματος, κλείνοντας το άρθρο του, ο Νίκος Μάντζαρης επισημαίνει τις βασικές προϋποθέσεις ώστε η χώρα να παραμείνει στον δρόμο της πράσινης μετάβασης και της κλιματικής προόδου, χωρίς παρεκκλίσεις:

  1. Εκσυγχρονισμός και ανάπτυξη δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας ώστε να υποδεχτούν νέα έργα ΑΠΕ.
  2. Νέες υποδομές αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας.
  3. Διαμόρφωση σύγχρονου ειδικού χωροταξικού πλαισίου για τις ΑΠΕ ικανού να προστατεύει τη μοναδική βιοποικιλότητα της χώρας.
  4. Εκπόνηση φιλόδοξου αναθεωρημένου Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα.
  5. Διοχέτευση των διαθέσιμων οικονομικών πόρων για έργα που θα μειώνουν μόνιμα το ανθρακικό αποτύπωμα και θα θωρακίζουν τους πολίτες από αυτήταν και μελλοντικές κρίσεις αντί της συνέχισης της επιδότησης της χρήσης ορυκτών καυσίμων.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στις 22 Δεκεμβρίου 2022 και είναι διαθέσιμο στο energypress.gr.

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο:

«Τα διδάγματα του 2022 να αποτελέσουν πυξίδα για το 2023»

Η έναρξη του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 συντάραξε την ανθρωπότητα. Το ίδιο συνέβη και με τις ευρωπαϊκές αγορές ενέργειας, κυρίως λόγω της εκτόξευσης των τιμών του ορυκτού αερίου που είχαν ήδη αρχίσει να παίρνουν την ανιούσα από το δεύτερο μισό του 2021. Ο συνδυασμός της αβεβαιότητας του πολέμου, της ανασφάλειας για την επάρκεια τροφοδοσίας με αέριο και του κυρίαρχου ρόλου που αυτό έχει στον καθορισμό των ενεργειακών τιμών, συνέτριψε το “business as usual” του ενεργειακού γίγνεσθαι ολόκληρης της Ευρώπης, οδηγώντας σε δομικές αλλαγές. Αλλαγές που είναι εδώ για να μείνουν.

Ειδικότερα στην Ελλάδα τα δεδομένα δείχνουν καθαρά ότι η ενεργειακή κρίση επιτάχυνε τη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια. Πιο συγκεκριμένα:

Οι ΑΠΕ είναι πλέον η πρώτη πηγή παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας

Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, κυρίως αιολική και ηλιακή, εκθρόνισαν το ορυκτό αέριο από την πρώτη θέση στην ηλεκτροπαραγωγή που κατείχε την τελευταία τριετία. Στις 7 Οκτωβρίου μάλιστα και για 5 ώρες κάλυψαν το 100% της εγχώριας ζήτησης. Ωστόσο το πλέον σημαντικό είναι ότι αθροιστικά σε όλη τη διάρκεια του έτους, οι ΑΠΕ μαζί με τα μεγάλα υδροηλεκτρικά κάλυψαν σχεδόν τη μισή (47%) ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας στο διασυνδεδεμένο δίκτυο κι αυτό σε μια σχετικά ξηρή χρονιά με μικρή  (8%) συνεισφορά υδροηλεκτρικής ενέργειας.

Πέρα από την ενεργειακή συνεισφορά τους, οι ΑΠΕ στήριξαν νοικοκυριά και επιχειρήσεις να ανταπεξέλθουν στην πρωτοφανή κρίση ενεργειακού κόστους. Καθώς έχουν, με διαφορά, το χαμηλότερο κόστος από οποιαδήποτε άλλη τεχνολογία ηλεκτροπαραγωγής συνεισέφεραν περισσότερο στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης το οποίο επιδοτεί απευθείας τους λογαριασμούς ενέργειας των καταναλωτών. Παράλληλα, λόγω της αυξημένης τους συμμετοχής  στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής μείωσαν την ανάγκη για τα πολύ πιο ακριβά ορυκτά καύσιμα, εμποδίζοντας τις τιμές στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας να ανέλθουν σε ακόμα πιο δυσθεώρητα ύψη από αυτά που σημειώθηκαν μέσα στο 2022.

Η θεωρία του αερίου ως καυσίμου μετάβασης χρήζει αναθεώρησης

Η Ελλάδα ως τον Νοέμβριο του 2022 κατόρθωσε να μειώσει κατά 19% την κατανάλωση ορυκτού αερίου σε σχέση με πέρυσι διακόπτοντας απότομα την ανοδική πορεία των τελευταίων χρόνων. Ακόμα πιο εντυπωσιακή ήταν η επίδοση της χώρας από την έναρξη της περιόδου υποχρεωτικής μείωσης της κατανάλωσης που όρισε η Ευρωπαϊκή Ένωση (Αύγουστος 2022-Μάρτιος 2023). Στο πρώτο τετράμηνο της οκτάμηνης περιόδου, η Ελλάδα περιόρισε την εγχώρια χρήση αερίου κατά 33% σε σχέση με το 2021 και κατά σχεδόν 20% σε σχέση με τον μέσο όρο της πενταετίας, υπερβαίνοντας έτσι τον στόχο του -15% που έθεσε η ΕΕ για όλα τα κράτη μέλη, κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες.

Επιπλέον, από την αρχή του 2022 υπο-τριπλασιάστηκε η εγχώρια χρήση ορυκτού αερίου που προέρχεται από τη Ρωσία (-68%), ενώ ειδικά από τον Σεπτέμβριο και μετά, πρακτικά εκμηδενίστηκε. Η μεγάλη αυτή περικοπή της εξάρτησης από τη Ρωσία, αποδίδεται περισσότερο στη μείωση της κατανάλωσης συνολικά  και λιγότερο στη διαφοροποίηση των πηγών προμήθειας αερίου (κυρίως LNG), τμήμα των οποίων εξάγεται στις γειτονικές χώρες.

Η σχεδόν πλήρης αντιστροφή των τάσεων στην κατανάλωση και τις εισαγωγές αερίου ως το 2021, και μάλιστα μέσα σε ένα τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, αποδεικνύει την ανάγκη αναθεώρησης της μέχρι σήμερα κρατούσας θεωρίας που όριζε το αέριο ως καύσιμο μετάβασης στην πορεία απεξάρτησης από τον λιγνίτη.

Αχρείαστος πλέον ο λιγνίτης

Οι προβλέψεις, οι ανακοινώσεις και οι αποφάσεις που λήφθηκαν μέσα στο 2022, για δραστική αύξηση της λιγνιτικής παραγωγής προκειμένου να καλυφθεί η επιβεβλημένη μείωση στη χρήση ορυκτού αερίου, διαψεύστηκαν. Η ηλεκτροπαραγωγή από το άλλοτε κυρίαρχο καύσιμο κυμάνθηκε στα ίδια επίπεδα με το 2021, έτος στο οποίο σημείωσε ιστορικό χαμηλό καλύπτοντας λίγο περισσότερο από το 10% της ζήτησης. Η εξέλιξη αυτή δείχνει ότι η αντιστροφή της πορείας απολιγνιτοποίησης και της αποεπένδυσης της ΔΕΗ από τη λιγνιτική δραστηριότητα την οποία πολλοί υποστήριζαν και υποστηρίζουν διακομματικά, δεν είναι μόνο βλαπτική για το κλίμα και τη δημόσια υγεία, αλλά και δύσκολη στην πράξη.

Τα αρνητικά οικονομικά δεδομένα για τον χαμηλής ποιότητας ελληνικό λιγνίτη δεν προβλέπεται να αντιστραφούν. Η αύξηση της φιλοδοξίας στην οδηγία για το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών εγγυάται ότι οι τιμές των δικαιωμάτων εκπομπών που επιβαρύνουν το κόστος λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων, θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα ως το 2030. Δεν είναι άλλωστε διόλου τυχαίο ότι δεν υπήρξε κανένα ενδιαφέρον για τα λιγνιτικά πακέτα ηλεκτρικής ενέργειας που προσφέρει η ΔΕΗ για το 2023 καθώς η αγορά εκτιμά ότι σταθερές τιμές της λιγνιτικής παραγωγής δεν θα προσφέρουν κάποια ιδιαίτερη προστασία στην περίοδο κρίσης την οποία διανύουμε.

Ο τομέας του ηλεκτρισμού στον δρόμο προς την αυτονομία

Οι  ΑΠΕ δεν υποκατέστησαν μόνο ορυκτό αέριο στην ηλεκτροπαραγωγή αλλά συνέβαλαν και στη σημαντική μείωση της εισαγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Συγκεκριμένα, το πρώτο δεκάμηνο του 2022 οι καθαρές εισαγωγές μειώθηκαν κατά 20% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2021 και έπεσαν στα χαμηλότερα επίπεδα από το 2013, ενισχύοντας έτσι την ενεργειακή αυτονομία της χώρας.

Οι πολίτες διεκδικούν πρωταγωνιστικό ρόλο στη μετάβαση

Ίσως όμως η πιο αξιοσημείωτη ποιοτική εξέλιξη του 2022 είναι η συνειδητοποίηση από ένα ολοένα και αυξανόμενο τμήμα των πολιτών ότι οι ΑΠΕ αποτελούν την καλύτερη ασπίδα, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα, απέναντι στις ενεργειακές τιμές που καθορίζονται από τα ακριβά και ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα. Όπως δείχνουν τα στοιχεία του ΔΕΔΔΗΕ, τον τελευταίο χρόνο οι αιτήσεις για έργα αυτοπαραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, είτε από μεμονωμένα νοικοκυριά και επιχειρήσεις, είτε από ομάδες πολιτών που συγκρότησαν ενεργειακές κοινότητες, μέσω των δύο μηχανισμών του ενεργειακού και του εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού, αυξήθηκαν κατά 200% και 140%, αντίστοιχα.

Τα διακυβεύματα της νέας χρονιάς

Όλες αυτές οι εξελίξεις δείχνουν ότι το 2022 ήταν ένα έτος-τομή για τη χώρα μας ειδικά σε ό,τι αφορά τον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής. Θα συνεχίσει όμως η Ελλάδα να βαδίζει στο μονοπάτι της πράσινης μετάβασης ή θα οπισθοχωρήσει σε ένα  ενεργειακό μοντέλο που βασίζεται στα ορυκτά καύσιμα;

Παρά τις ανακοινώσεις από την κυβέρνηση για νέους φιλόδοξους στόχους διείσδυσης των ΑΠΕ σε ηλεκτροπαραγωγή, μεταφορές και κτίρια ως το 2030, οι πρόσφατες αποφάσεις για παράταση λειτουργίας λιγνιτικών μονάδων, η επανεκκίνηση των προσπαθειών εκμετάλλευσης πιθανών εγχώριων κοιτασμάτων αερίου, οι συνεχιζόμενες συζητήσεις για νέους αγωγούς αερίου και οι αδειοδοτήσεις νέων μονάδων ηλεκτροπαραγωγής με καύσιμο το ορυκτό αέριο, δείχνουν ότι η χώρα δεν έχει κατορθώσει να απαντήσει σε αυτό το δίλημμα και εξακολουθεί να πατάει σε δύο βάρκες οι οποίες, όμως, απομακρύνονται όλο και περισσότερο μεταξύ τους.

Ωστόσο τα δεδομένα του 2022 δείχνουν καθαρά ότι το συμφέρον των πολιτών, της εθνικής οικονομίας και του κλίματος, εξυπηρετούνται από την εξοικονόμηση ενέργειας και την περαιτέρω ανάπτυξη των φθηνών ΑΠΕ, που είναι σε θέση να συνεχίσουν να εκτοπίζουν ακριβό ορυκτό αέριο και λιγνίτη και να μειώνουν τις καθαρές εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας. Οι βασικές προϋποθέσεις για να συνεχίσει η χώρα αταλάντευτη στον δρόμο της κλιματικής προόδου είναι οι εξής:

  1. Ο εκσυγχρονισμός και η ανάπτυξη των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας έτσι ώστε να είναι σε θέση να υποδεχτούν νέα έργα ΑΠΕ, τόσο μεγάλης όσο και μικρότερης κλίμακας από πολίτες και ενεργειακές κοινότητες.
  2. Η κατασκευή νέων υποδομών αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας που θα μπορούν να εξισορροπήσουν την παραγωγή και τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας σε ένα περιβάλλον ολοένα και αυξανόμενης διείσδυσης στοχαστικών ΑΠΕ.
  3. Η διαμόρφωση ενός σύγχρονου ειδικού χωροταξικού πλαισίου για τις ΑΠΕ που θα προκύψει μέσα από εκτεταμένη διαβούλευση με επιστήμονες όλων των σχετιζόμενων ειδικοτήτων και εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών, και θα είναι ικανό να προστατεύσει τη μοναδική βιοποικιλότητα της χώρας μας.
  4. Η εκπόνηση ενός φιλόδοξου, αναθεωρημένου Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) που θα περιγράφει τον δρόμο προς ένα μίγμα ηλεκτροπαραγωγής απαλλαγμένο πλήρως από τα ορυκτά καύσιμα ως το 2035.
  5. Η απομάκρυνση από τη λογική των επιδοτήσεων στους λογαριασμούς ενέργειας, που στην ουσία καταλήγουν να επιδοτούν τη χρήση ορυκτών καυσίμων, και η διοχέτευση των σημαντικών διαθέσιμων οικονομικών πόρων για έργα τα οποία θα μειώνουν μόνιμα το ανθρακικό αποτύπωμα των καταναλωτών, θωρακίζοντας τους ταυτόχρονα από την τρέχουσα και μελλοντικές κρίσεις ορυκτών καυσίμων (αντικατάσταση καυστήρων από αντλίες θερμότητας, ενεργειακές αναβαθμίσεις κτιρίων, έργα ΑΠΕ αυτοπαραγωγής κλπ).

Σε ένα περιβάλλον συνεχιζόμενης ενεργειακής κρίσης, η οποιαδήποτε απόπειρα αντιστροφής της πορείας απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα που ευθύνονται για αυτήν, φαντάζει αδιανόητη.