Το ανθρακικό αποτύπωμα της ηλεκτροπαραγωγής – Φεβρουάριος 2024

Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα δεδομένα ηλεκτροπαραγωγής (Φεβρουάριος 2024 για το διασυνδεμένο δίκτυο και Δεκέμβριος 2023 για τα μη διασυνδεδεμένα νησιά) και αυτά των ετήσιων εκπομπών CO2 από το ΣΕΔΕ (2022), εκτιμώνται οι μηνιαίες εκπομπές από κάθε μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Ελλάδας, ακολουθώντας τη μεθοδολογία και τις παραδοχές που παρουσιάζονται εδώ.

Εκπομπές ανά καύσιμο

Συνολικά, τους πρώτους δύο μήνες του έτους εκτιμάται ότι εκπέμφθηκαν 2.4 εκατ. τόνοι CO2 για την παραγωγή ηλεκτρισμού. Οι εκπομπές των λιγνιτικών μονάδων (1.06 εκατ. τόνοι ή 44.2%) ξεπέρασαν ελαφρά τις αντίστοιχες των μονάδων ορυκτού αερίου (1.02 εκατ. τόνοι ή 42.2%), αντιστρέφοντας την τάση που υπήρχε τον πρώτο μήνα του έτους. Πολύ μικρότερο ήταν το μερίδιο των πετρελαϊκών μονάδων (0.33 εκατ. τόνοι ή 13.6%).

Οι εκπομπές του τομέα ηλεκτροπαραγωγής μειώθηκαν κατά 0.22 εκατ. τόνους ή -8.4% τον πρώτο δίμηνο του 2024 σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2023. Αυτό οφείλεται κυρίως στη μείωση των εκπομπών του λιγνίτη (-0.44 εκατ. τόνους ή -29.3%) λόγω της μειωμένης ηλεκτροπαραγωγής από λιγνιτικές μονάδες κατά 24.8%. Αντίθετα, στις εκπομπές των μονάδων ορυκτού αερίου παρατηρήθηκε αύξηση (+0.24 εκατ. τόνοι ή -31.4%) λόγω της αντίστοιχης αύξησης της ηλεκτροπαραγωγής από ορυκτό αέριο κατά 40.7%. Τέλος, ελάχιστα μειωμένες εμφανίστηκαν οι εκπομπές από τις μονάδες πετρελαίου (-0.02 εκατ. τόνοι ή -6.8%).

Αντίστοιχα, μείωση κατά 1.46 εκατ. τόνους σημειώθηκε στις συνολικές εκπομπές του πρώτου διμήνου του 2024, συγκριτικά με τον μέσο όρο της πενταετίας (-37.8%). Η μείωση προήλθε και από τα τρία καύσιμα, με μεγαλύτερη αυτή από τον λιγνίτη (-1.2 εκατ. τόνοι ή 53.1%). Είναι χαρακτηριστικό ότι στην αρχή της πενταετίας (2018) οι εκπομπές από τις λιγνιτικές μονάδες (4.5 εκατ. τόνοι) ήταν παραπάνω από τέσσερις φορές περισσότερες από αυτές του πρώτου διμήνου του 2024. Ακολούθησε σε μείωση το πετρέλαιο (-0.14 εκατ. τόνοι ή -24.5%) και έπειτα το ορυκτό αέριο (-0.12 εκατ. τόνοι ή -10.6%).

Οι εκπομπές ανά σταθμό ηλεκτροπαραγωγής

Σε ό,τι αφορά τον επιμερισμό των εκπομπών στους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, ο λιγνιτικός ατμοηλεκτρικός σταθμός (ΑΗΣ) του Αγίου Δημητρίου διατήρησε την 1η θέση και κατά το πρώτο δίμηνο του 2024 με εκπομπές 0.77 εκατ. τόνους (72.3% των εκπομπών από τις λιγνιτικές μονάδες), λειτουργώντας τις τρεις από τις πέντε μονάδες του (III-V).

Στη δεύτερη θέση με 0.26 εκατ. τόνους βρέθηκε η Πτολεμαΐδα 5, η οποία το πρώτο δίμηνο του 2024 παρήγαγε το 33.5% της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής. Από τους υπόλοιπους λιγνιτικούς σταθμούς λειτούργησε μόνο ο ΑΗΣ Μελίτη Ι, εκπέμποντας 0.04 εκατ. τόνους (14η θέση).

Την 3η θέση της κατάταξης των μεγαλύτερων ρυπαντών στην ηλεκτροπαραγωγή κατέλαβε για δεύτερο συνεχόμενο μήνα ο νέος σταθμός ορυκτού αερίου Άγιος Νικόλαος ΙΙ με 0.23 εκατ. τόνους, ο οποίος εκτόπισε στην 4η θέση τη Μεγαλόπολη V που εξέπεμψε 0.18 εκατ. τόνους. Ακολούθησαν στην κατάταξη άλλοι 5 σταθμοί ορυκτού αερίου, ενώ συνολικά οι μονάδες με καύσιμο το ορυκτό αέριο ήταν υπεύθυνες για το 48.9% των εκπομπών από τις θερμικές μονάδες του διασυνδεδεμένου δικτύου της χώρας (λιγνίτης και ορυκτό αέριο μαζί).

Στα Μη Διασυνδεμένα Νησιά, τις πρώτες δύο θέσεις σε εκπομπές κατέλαβαν δύο από τους τρεις πετρελαϊκούς σταθμούς που βρίσκονται στην Κρήτη, Αθερινόλακκος και Λινοπεράματα, με εκπομπές 0.07 και 0.05  εκατ. τόνους αντίστοιχα το πρώτο δίμηνο του 2024. Ακολούθησε ο σταθμός της Σορωνής στη Ρόδο (0.03 εκατ. τόνοι). Οι τρεις αυτοί σταθμοί βρέθηκαν στην 10η, 13η και 15η θέση αντίστοιχα στη γενική κατάταξη όλων των θερμικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής της χώρας, ενώ είναι αθροιστικά υπεύθυνοι για το 47.4% των συνολικών εκπομπών στα μη διασυνδεδεμένα νησιά.

Οι εκπομπές των θερμικών μονάδων της ΔΕΗ

Η ΔΕΗ πραγματοποίησε μεγάλη πρόοδο τα τελευταία δύο χρόνια σε ό,τι αφορά τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από τις θερμικές της μονάδες. Συγκεκριμένα, το 2022 κατόρθωσε να περιορίσει τις εκπομπές της στους 14.93 εκατ. τόνους, 35% λιγότερους από τα αντίστοιχα επίπεδα του 2019 (23.09 εκατ. τόνους). Παράλληλα,  το 2023 η μείωση σε σχέση με το 2019 ξεπέρασε το 50% (-51.1%), καθώς αθροιστικά όλες οι θερμικές μονάδες της ΔΕΗ εκτιμάται* ότι εξέπεμψαν 11.29 εκατ. τόνους.

Παρά το γεγονός ότι έχασε για λίγο τους στόχους που αποτυπώνονται στα τρία ομολογιακά δάνεια που σύναψε το 2021 για μείωση των εκπομπών των θερμικών της μονάδων κατά 40% το 2022 και κατά 57% το 2023 σε σχέση με τα επίπεδα του 2019, η ΔΕΗ δείχνει να παραμένει προσηλωμένη στη δραστική μείωση του ανθρακικού της αποτυπώματος. Συγκεκριμένα, στο νέο στρατηγικό επιχειρησιακό της σχέδιο για την τριετία 2024 – 2026, το οποίο παρουσίασε τον Ιανουάριο του 2024 στο Capital Markets Day στο Λονδίνο, δεσμεύτηκε να περιορίσει το 2026 τις εκπομπές από τις θερμικές της μονάδες στους 5.9 εκατ. τόνους, μια μείωση μεγαλύτερη από 75% σε σχέση με τα επίπεδα του 2019.

Θεωρώντας ότι η μείωση των εκπομπών από τους 11.29 εκατ. τόνους το 2023 στους 5.9 εκατ. τόνους το 2026 θα είναι γραμμική, μπορεί να γίνει εκτίμηση των ετήσιων προϋπολογισμών άνθρακα της ΔΕΗ για κάθε έτος της τριετίας 2024-2026. Για το 2024 ο διαθέσιμος προϋπολογισμός εκτιμάται ότι ανέρχεται σε 9.49 εκατ. τόνους.

Κατά το πρώτο δίμηνο του έτους, οι θερμικές μονάδες της ΔΕΗ εξέπεμψαν 1.73 εκατ. τόνους, καταγράφοντας μείωση 19.7% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2023, η οποία είναι αρκετά μεγαλύτερη από τη μείωση των εκπομπών όλων των θερμικών μονάδων της χώρας (-8.4%). Συνεπώς, με βάση τα παραπάνω, ο εναπομένων προϋπολογισμός άνθρακα της ΔΕΗ για τους υπόλοιπους 10 μήνες του 2024 είναι 7.76 εκατ. τόνοι, το 81.2% δηλαδή του συνολικού προϋπολογισμού άνθρακα του έτους.

Μπορείτε να δείτε την εξέλιξη των εκπομπών του τομέα της ηλεκτροπαραγωγής από το 2013 ως σήμερα και να διαβάσετε τις αναλύσεις προηγούμενων μηνών εδώ.

* Μέχρι αυτή τη στιγμή δεν έχουν δημοσιευτεί τα επίσημα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Εμπορίας Εκπομπών για το 2023.