Μπορεί η Ελλάδα να γίνει πράσινος ενεργειακός κόμβος; 

Τις τελευταίες ημέρες, τα σχέδια για επανεκκίνηση των εξορύξεων υδρογονανθράκων έχουν αναζωπυρώσει τον δημόσιο προβληματισμό για τις περιβαλλοντικές, οικονομικές και γεωπολιτικές επιπτώσεις των εξορύξεων, καθώς και για την αναζήτηση εναλλακτικών. Προσφάτως, η ερευνητική ομάδα με επικεφαλής την Εμμανουέλα Δούση, Καθηγήτρια του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και κάτοχο της έδρας UNESCO για την Κλιματική Διπλωματία, σε συνεργασία με το Green Tank, δημοσίευσαν το κείμενο πολιτικής «Εξορύξεις vs υπεράκτια αιολικά: Μπορεί η Ελλάδα να γίνει πράσινος ενεργειακός κόμβος στη Μεσόγειο;» που καταδεικνύει αφενός το αδιέξοδο στο οποίο οδηγεί η έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων και αφετέρου τα κλιματικά και γεωστρατηγικά πλεονεκτήματα των υπεράκτιων αιολικών πάρκων, μαζί με τις αναγκαίες ρυθμίσεις σε επίπεδο πολιτικής.

Στο άρθρο της με τίτλο «Μπορεί η Ελλάδα να γίνει πράσινος ενεργειακός κόμβος;» στην εφημερίδα Η Εποχή, η Εμμανουέλα Δούση παρουσιάζει τα βασικά ευρήματα αυτής της έρευνας. Όπως αναφέρει, η εξόρυξη ορυκτών καυσίμων σήμερα έχει ξεπεραστεί από τις εξελίξεις που έφερε η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και οι εθνικοί και ευρωπαϊκοί στόχοι για κλιματική ουδετερότητα. Την ίδια στιγμή είναι μια διαδικασία χρονοβόρα και κοστοβόρα με πολύ αμφίβολα αποτελέσματα. Στον αντίποδα, η εγκατάσταση υπεράκτιων αιολικών πάρκων θα αξιοποιήσει έναν βεβαιωμένο ενεργειακό πόρο της χώρας – τον αέρα της – κάτι που σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης, δεν ενισχύει μόνο την πράσινη ενεργειακή μετάβαση, αλλά και τη γεωπολιτική θέση της Ελλάδας. «Η Ελλάδα μπορεί να καταστεί πρωτοπόρος σε μια νέα ενεργειακη αγορά, η οποία φαίνεται ότι αναπτύσσεται ραγδαία. Ταυτόχρονα, θα εξασφαλίσει πράσινη ενεργειακή αυτάρκεια ώστε να προλάβει την επόμενη κρίση», σημειώνει χαρακτηριστικά.

Το άρθρο γνώμης δημοσιεύτηκε στις 10-11 Δεκεμβρίου 2022 ενόψει σχετικής εκδήλωσης που διοργανώνει Η Εποχή με θέμα «Είναι οι εξορύξεις ορυκτών συμβατές με τη βιώσιμη ανάπτυξη;», την Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2022, 19.00-21.30, στο Κτίριο ΕΣΗΕΑ (Ακαδημίας 20, γ’ όροφος).

Περισσότερες πληροφορίες για την εκδήλωση είναι διαθέσιμες στην ιστοσελίδα της εφημερίδας Η Εποχή.

Ακολουθεί το πλήρες άρθρο:

Μπορεί η Ελλάδα να γίνει πράσινος ενεργειακός κόμβος;

Από την επανεκκίνηση, πριν από μερικές εβδομάδες, των σεισμικών ερευνών για τον εντοπισμό εγχώριων υδρογονανθράκων, παρατηρείται ένας διακομματικός ανταγωνισμός για την «πατρότητα/μητρότητα» του εγχειρήματος. Όποιος κι αν είχε την πρωτοβουλία, είναι γεγονός ότι η αρχική απόφαση είχε ληφθεί πριν από μια δεκαετία, σε μια άλλη, παρωχημένη εποχή. Τότε δεν υπήρχε ακόμα η Συμφωνία του Παρισιού ούτε η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία που έθεσαν νέους κλιματικούς στόχους. Είναι συνεπώς ένα σχέδιο που έχει ξεπεραστεί από τις εξελίξεις. Η δε επιστήμη υποδεικνύει ότι η λύση είναι η επίσπευση της απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα και η αντικατάσταση με ενεργειακές πηγές μηδενικών εκπομπών προκειμένου να συγκρατηθεί η υπερθέρμανση σε ανεκτά όρια.

Υπάρχουν ωστόσο ορισμένες φωνές που συνδέουν την εξόρυξη υδρογονανθράκων με την ενίσχυση της γεωπολιτικής θέσης της χώρας. Είναι πράγματι έτσι; Μήπως υπάρχει άλλος, καλύτερος τρόπος που θα μας βοηθήσει να παραμείνουμε συνεπείς στην πορεία της πράσινης μετάβασης, ενισχύοντας ταυτόχρονα τον γεωπολιτικό ρόλο της χώρας στην ευρύτερη περιοχή; Ναι, υπάρχει, και αυτός είναι η ανάπτυξη υπεράκτιων αιολικών πάρκων. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει μελέτη που δημοσιεύθηκε πριν από λίγες ημέρες από την έδρα UNESCO για την κλιματική διπλωματία σε συνεργασία με τη δεξαμενή σκέψης The Green tank. Η μελέτη εξετάζει δύο βασικά ερωτήματα: πρώτον, αν η εξόρυξη υδρογονανθράκων αποτελεί βιώσιμη επιλογή σε σχέση με τους κλιματικούς στόχους που έχουν τεθεί σε διεθνές, ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο και αν έχει προστιθέμενη αξία από γεωπολιτική άποψη. Το δεύτερο ερώτημα είναι αν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις που μπορούν να αντικαταστήσουν το πρόγραμμα των εξορύξεων και ταυτόχρονα να κατευνάσουν τις γεωπολιτικές ανησυχίες.

Η μελέτη διαπιστώνει ότι η εξόρυξη ορυκτών καυσίμων είναι μία δραστηριότητα που δεν συνάδει πλέον με τον γενικότερο ευρωπαϊκό αλλά και τον ελληνικό σχεδιασμό για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και ιδίως με τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050.

Η εξόρυξη υδρογονανθράκων δεν είναι βιώσιμη επιλογή για έναν ακόμη λόγο. Ακόμα κι αν οι έρευνες είχαν προχωρήσει, οι σχετικές επενδύσεις δεν θα μπορούσαν να υλοποιηθούν στο χρονικό περιθώριο που έχει καθοριστεί για τη μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα. Αντίθετα, η εξόρυξη εγχώριων υδρογονανθράκων θα καθυστερήσει την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα ενώ δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα συμβάλει στην αντιμετώπιση της τρέχουσας ενεργειακής κρίσης αφού απαιτεί πολυετείς και υψηλού κόστους επενδύσεις για να αποδώσει καρπούς, αφήνοντας το ζήτημα της απόσβεσής τους ανοιχτό.

Πρέπει να σημειωθεί ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ενεργειακή κρίση δεν αύξησαν το ενδιαφέρον για νέες επενδύσεις εξόρυξης ορυκτών καυσίμων. Παρατηρείται μια στροφή από κράτη και μεγάλες εταιρείες σε πράσινες επενδύσεις, αλλάζοντας την πολιτική τους με γρηγορότερους από τον αρχικό σχεδιασμό ρυθμούς. Οι τάσεις δείχνουν ότι η πορεία της πράσινης ενεργειακής μετάβασης δεν περιλαμβάνει νέες επενδύσεις σε εξορύξεις υδρογονανθράκων, ιδιαίτερα σε θάλασσες με δύσκολη πρόσβαση και γεωπολιτικές εντάσεις. Οι άνεμοι είναι περισσότερο ευνοϊκοί προς την κατεύθυνση της περαιτέρω ανάπτυξης των ΑΠΕ στις οποίες πρέπει πλέον να συμπεριληφθεί και η υπεράκτια αιολική ενέργεια.

Η μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η εξόρυξη υδρογονανθράκων από τις ελληνικές θάλασσες δεν αποτελεί βιώσιμη επιλογή ούτε έχει προστιθέμενη αξία από γεωπολιτική άποψη. Οι στόχοι της μείωσης της ενεργειακής εξάρτησης, της ενίσχυσης της ενεργειακής αυτονομίας αλλά και του γεωπολιτικού ρόλου της χώρας μπορούν να επιτευχθούν με την επίσπευση της εγκατάστασης υπεράκτιων αιολικών πάρκων. Είναι ένας τρόπος που όχι μόνο συνάδει με τους κλιματικούς στόχους και τις επιταγές της πράσινης μετάβασης, αλλά θα μας εντάξει στους πρωτοπόρους παραγωγούς ενέργειας στην ευρύτερη περιοχή. Τα αιολικά πάρκα είναι η πιο παραγωγική μορφή ΑΠΕ σήμερα. Δεν είναι η μόνη λύση, αλλά είναι η πλέον ώριμη. Και είναι γεγονός ότι από το 2010 υπάρχει ενδιαφέρον για εγκατάσταση υπεράκτιων αιολικών πάρκων, ωστόσο μέχρι σήμερα δεν έχει προχωρήσει η διαδικασία. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο ότι επικρατεί μια τρόπον τινά δαιμονοποίηση των ανεμογεννητριών. Είναι όμως γεγονός ότι η αιολική ενέργεια είναι ένας ενεργειακός πόρος ανεξάντλητος και βεβαιωμένος, όχι απλώς πιθανολογούμενος, όπως συμβαίνει με τους υδρογονάνθρακες.

Η γεωπολιτική της ενέργειας σε παγκόσμιο επίπεδο θα μεταβληθεί ριζικά και συντομότερα απ’ όσο περιμένουμε. Η υπεράκτια αιολική ενέργεια θα είναι η σημαντικότερη πηγή ενέργειας στην Ευρώπη το 2040 αλλά και σε άλλες περιοχές του πλανήτη. Το γεγονός αυτό θα επηρεάσει τις τρέχουσες γεωπολιτικές ισορροπίες. Η ισχύς των κρατών θα αποσυνδεθεί από την πρόσβαση στα ορυκτά καύσιμα, ενώ κράτη που έχουν επενδύσει στις ΑΠΕ θα αναβαθμιστούν γεωπολιτικά λόγω της απεξάρτησης της οικονομίας τους από τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων. Η Ελλάδα μπορεί να καταστεί πρωτοπόρος σε μια νέα ενεργειακή αγορά η οποία φαίνεται ότι αναπτύσσεται ραγδαία. Ταυτόχρονα θα εξασφαλίσει πράσινη ενεργειακή αυτάρκεια ώστε να προλάβει την επόμενη κρίση.