Μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος με εξοικονόμηση ενέργειας και οικονομικά οφέλη για τα νοικοκυριά

Στη συζήτηση με τη δημοσιογράφο Μάχη Τράτσα για τον Οικονομικό Ταχυδρόμο, ο Νίκος Μάντζαρης παρουσίασε τα κίνητρα και τα βασικά ευρήματα της έκθεσης με τίτλο «Στρατηγικές για τη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος και την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας στα ελληνικά νοικοκυριά», την οποία υπογράφουν το Green Tank και η εταιρεία συμβούλων Facets. Η έκθεση αυτή βασίζεται σε μια υπολογιστική ανάλυση που εξετάζει τα οφέλη που θα έχουν τα νοικοκυριά της Ελλάδας έως το 2030 από την εφαρμογή μέτρων που μειώνουν το ανθρακικό αποτύπωμά τους και κατ’ επέκταση μειώνουν και το ενεργειακό κόστος τους.

Συγκεκριμένα μελετάει 8 σενάρια για τις κατοικίες και 2 σενάρια για τις οδικές μεταφορές και καταλήγει στον πιο αποδοτικό για τα νοικοκυριά συνδυασμό μέτρων. Παράλληλα εξετάζει και το κόστος των επενδύσεων που απαιτείται για την υλοποίησή τους.

Η συνέντευξη εστιάζει στο πώς η ενεργειακή κρίση και η διαχείριση των πόρων για τη στήριξη των νοικοκυριών έδωσαν το κίνητρο για την αναζήτηση μέτρων που θα ελαφρύνουν οριστικά τα νοικοκυριά από το ενεργειακό κόστος και συνεχίζει με τα οφέλη του πιο αποδοτικού συνδυασμού μέτρων.

Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2024 και είναι διαθέσιμη στο ot.gr.

Η δημοσίευση της έκθεσης αναμένεται στις 15 Φεβρουαρίου 2024.

Ακολουθεί η πλήρης συνέντευξη του Νίκου Μάντζαρη:

1. Ποιοι ήταν οι λόγοι που σας ώθησαν να πραγματοποιήσετε τη μελέτη;

Η ενεργειακή κρίση ανέδειξε τη σημασία της επιτάχυνσης της πορείας απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα, όχι μόνο για κλιματικούς λόγους αλλά και για αμιγώς οικονομικούς. Μάλιστα, αυτή η επιτάχυνση δεν αφορά μόνο τον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής αλλά και τους τομείς των κτιρίων και των οδικών μεταφορών οι οποίοι επίσης επηρεάζουν πολύ τα οικονομικά των νοικοκυριών. Το ερώτημα που προκύπτει λοιπόν είναι ποιος συνδυασμός μέτρων θα οδηγήσει στο καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα δηλαδή τη μεγαλύτερη δυνατή μείωση τόσο του ανθρακικού αποτυπώματος όσο και του ενεργειακού κόστους των νοικοκυριών στους δύο αυτούς τομείς. Για παράδειγμα, που είναι προτιμότερο να επενδύσει ένα νοικοκυριό για να μειώσει τις ενεργειακές δαπάνες του έχοντας στη διάθεση του ένα συγκεκριμένο, πεπερασμένο ποσό που είναι σε θέση να επενδύσει; Σε μια ενεργειακή αναβάθμιση; Στην αντικατάσταση ενός λέβητα πετρελαίου από αντλίες θερμότητας; Στην τοποθέτηση ενός οικιακού φωτοβολταϊκού; ή στην αλλαγή της ενεργειακών συμπεριφορών των μελών του; Παρομοίως στις οδικές μεταφορές, αρκεί η ηλεκτροκίνηση για να μειώσουμε το ανθρακικό αποτύπωμα και να απεξαρτηθούμε από τις μεταβαλλόμενες τιμές των ορυκτών καυσίμων ή μπορούμε με μικρό επιπλέον κόστος να πετύχουμε σημαντικές μειώσεις στο κόστος μετακίνησης μας; Αυτά είναι μερικά από τα βασικά ερωτήματα που επιχείρησε να απαντήσει αυτή η μελέτη με στόχο τα αποτελέσματά της να είναι χρήσιμα στο ενεργειακό σχεδιασμό της χώρας ενόψει της οριστικοποίησης του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) ως τον Ιούνιο του 2024.

2. Ποια σενάρια εξετάστηκαν στη μελέτη;

Στον οικιακό τομέα κατ’ αρχήν εξετάσθηκε ένα σετ 4 σεναρίων τα οποία διαφοροποιούνται ως εξής:

· Το S0 δίνει έμφαση στην εγκατάσταση αντλιών θερμότητας και άλλων σχετικά εύκολων και χαμηλού κόστους παρεμβάσεων όπως οι ηλιακοί θερμοσίφωνες, ο αποδοτικός φωτισμός και τα διπλά τζάμια .

· Το S1 αποτελεί επέκταση του S0 με την ενσωμάτωση διαφόρων παρεμβάσεων αλλαγής συμπεριφοράς των καταναλωτών, όπως η ρύθμιση των συσκευών θέρμανσης και ψύξης σε χαμηλότερες θερμοκρασίες τον χειμώνα και σε υψηλότερες το καλοκαίρι, η αποσύνδεση συσκευών όταν δεν χρησιμοποιούνται ή οι ρυθμίσεις διαφόρων ηλεκτρικών συσκευών (πλυντήρια, ψυγεία κλπ) σε επίπεδα λειτουργίας που επιτυγχάνουν μέγιστη εξοικονόμηση.

· Το S2 δίνει έμφαση της ήπιες ενεργειακές αναβαθμίσεις μεγάλου μέρους του κτιριακού αποθέματος (περίπου 100.000 κατοικίες ανά έτος) σε συνδυασμό με τα μέτρα που εξετάσθηκαν στα S0 και S1.

· To S3 εστιάζει στις ριζικές ενεργειακές ανακαινίσεις, λιγότερων όμως κατοικιών (περίπου 80.000 ανά έτος) και πάλι σε συνδυασμό με τα μέτρα που εξετάσθηκαν στα S0 και S1.

Το ίδιο σετ σεναρίων επαναξιολογήθηκε συμπεριλαμβάνοντας και την προσθήκη φωτοβολταϊκών για την κάλυψη των αναγκών των νοικοκυριών σε ηλεκτρική ενέργεια, είτε από μεμονωμένα νοικοκυριά μέσω ενεργειακού συμψηφισμού (net metering), είτε αξιοποιώντας το εργαλείο των ενεργειακών κοινοτήτων μέσω ενεργειακού συμψηφισμού (virtual net metering). Συνολικά επομένως εξετάστηκαν 8 σενάρια στον οικιακό τομέα.

Στις μεταφορές εξετάστηκαν 2 σενάρια: ένα με μεγάλη διείσδυση ηλεκτρικών οχημάτων – παραπλήσια με αυτή του ΕΣΕΚ -ως σενάριο βάσης (Τ1), και ένα δεύτερο (Τ2) με την ίδια διείσδυση ηλεκτρικών οχημάτων αλλά όμως με ιδιαίτερη έμφαση στη μείωση των ορίων ταχύτητας στους αυτοκινητόδρομους, σε μέτρα ήπιας κινητικότητας, στον συνεπιβατισμό (car pooling), στην τηλεργασία και άλλα.

3. Ποιο είναι το βασικό κόστος επένδυσης σε κάθε σενάριο και τι είδους δαπάνες περιλαμβάνει;

Όσον αφορά τα κτίρια, το συνολικό κόστος επένδυσης για ολόκληρη την περίοδο που εξετάζει η μελέτη (2023-2030) είναι €8.7 δις, €8.8 δις, €19.1 δις και €25 δις για τα σενάρια S0, S1, S2 και S3, αντίστοιχα. Οι διαφορές ανάμεσα στα δύο πιο ακριβά σενάρια που περιλαμβάνουν εκτός από αντλίες θερμότητας, και ενεργειακές αναβαθμίσεις (S2 και S3), και στα δύο φθηνότερα που δεν περιλαμβάνουν τις τελευταίες (S0 και S1) αντικατοπτρίζει προφανώς το σημαντικό κόστος επένδυσης των ενεργειακών αναβαθμίσεων. Τα δύο πιο ακριβά από τα 8 σενάρια που εξετάστηκαν περιλαμβάνουν εκτός από ενεργειακές αναβαθμίσεις (ήπιες ή ριζικές), και εγκατάσταση φωτοβολταϊκών για κάλυψη των αναγκών των νοικοκυριών σε ηλεκτρική ενέργεια (S2-PV και S3-PV).

Το επενδυτικό κόστος για τα δύο αυτά σενάρια υπολογίζεται σε €22.7 και € 28.6 δις αντίστοιχα και κινείται σε επίπεδα χαμηλότερα από αυτό του προσχεδίου ΕΣΕΚ που κατέθεσε η Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Νοέμβριο του 2023, ενώ και το «μίγμα» των μέτρων για τα κτίρια διαφέρει σημαντικά. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το ΕΣΕΚ, το μεγαλύτερο μέρος των επενδύσεων (€22.9 δις) θα κατευθυνθούν για την αγορά συσκευών και εξοπλισμού, ενώ λιγότερο από το ένα τρίτο αυτού του ποσού (€6.8 δις) θα διοχετευτεί για τις ενεργειακές αναβαθμίσεις κατοικιών. Αντίθετα στα προτεινόμενα σενάρια S2-PV και S3-PV, σχεδόν το 50% των επενδύσεων προορίζεται για την αναβάθμιση παλαιών κτιρίων. Ωστόσο, δεν μπορεί να γίνει αναλυτική ή ένα-προς-ένα σύγκριση με το ΕΣΕΚ καθώς δεν γνωρίζουμε τις ακριβείς παραδοχές που έγιναν εκεί προκειμένου να πραγματοποιηθούν οι αντίστοιχοι υπολογισμοί.

Στον τομέα των οδικών μεταφορών, το βασικό σενάριο (Τ1) που στοχεύει σε διείσδυση 18.5% των ηλεκτρικών αυτοκινήτων στο σύνολο των επιβατικών ως το 2030, ένας στόχος παραπλήσιος με αυτόν του ΕΣΕΚ, το συνολικό ύψος των απαιτούμενων επενδύσεων για την περίοδο 2023-2030 εκτιμάται σε €22.9 δις. Σύμφωνα με το δεύτερο σενάριο που εξετάσαμε (Τ2), η συμπερίληψη, πέρα από την ηλεκτροκίνηση, μέτρων όπως η μείωση των ορίων ταχύτητας στους αυτοκινητόδρομους, η ήπια κινητικότητα, ο συνεπιβατισμός και η

τηλεργασία, τα οποία δεν λαμβάνονται υπόψη στο τρέχον ΕΣΕΚ, προσθέτει μόλις €28 εκ. επιπλέον στην ίδια περίοδο, κυρίως για δράσεις ενημέρωσης και αστυνόμευσης.

4. Ποια θεωρείτε ως πιο οικονομικά αποδοτικά σενάρια και γιατί;

Παρά το υψηλότερο κόστος της αρχικής επένδυσης, στον τομέα των κτιρίων, η υπολογιστική ανάλυση ανέδειξε ως πιο οικονομικά αποδοτικά τα σενάρια με το υψηλότερο αρχικό κόστος επενδύσεων δηλαδή αυτά που συνδυάζουν συμπεριφορικές αλλαγές και άλλα μέτρα χαμηλού κόστους με αντλίες θερμότητας, ήπιες ή ριζικές ενεργειακές αναβαθμίσεις και εγκατάσταση φωτοβολταϊκών για κάλυψη ιδίων αναγκών σε ηλεκτρική ενέργεια (S2-PV και S3-PV). Το συμπέρασμα για την αυξημένη οικονομική αποδοτικότητα των δύο αυτών σεναρίων προέκυψε υπολογίζοντας το λεγόμενο «ετησιοποιημένο κόστος», το οποίο εκτός από το αρχικό ύψος της επένδυσης λαμβάνει υπόψη και τα οικονομικά οφέλη που θα αποκομίσουν τα νοικοκυριά από αυτήν σε όλη τη διάρκεια ζωής της επένδυσης. Τα σενάρια αυτά εμφάνισαν αρνητικές τιμές του ετησιοποιημένου κόστους, δηλαδή καθαρό όφελος για τα νοικοκυριά, και μάλιστα για ένα μεγάλο εύρος τιμών βασικών παραμέτρων όπως το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας και ο συντελεστής προεξόφλησης, οι οποίες εξετάστηκαν στην ανάλυση ευαισθησίας που πραγματοποιήθηκε.

Στις μεταφορές, το σενάριο Τ2 το οποίο εκτός από υψηλή διείσδυση της ηλεκτροκίνησης περιλαμβάνει και άλλα μέτρα, κρίνεται ως το πιο αποδοτικό αφού για μόλις €28 εκ. επιπλέον αρχικό επενδυτικό κόστος σε σύγκριση με το σενάριο που εστιάζει μόνο στην προώθηση της ηλεκτροκίνησης, επιτυγχάνει επιπλέον μείωση του αντίστοιχου ενεργειακού κόστους των νοικοκυριών μεταξύ €514 εκ. και €710 εκ. ετησίως το 2030.

5. Ανά ευρώ επένδυσης πόσες εκπομπές CO2 εξοικονομούνται;

Στον τομέα των κτιρίων στα δύο σενάρια S2-PV και S3-PV τα οποία η ανάλυση αναδεικνύει ως τα πιο αποδοτικά, τα οικονομικά οφέλη για τα νοικοκυριά υπερβαίνουν το αρχικό κόστος της επένδυσης. Με αυτή την έννοια το καθαρό κόστος (ύψος επένδυσης μείον οφέλη) ανά τόνο μη εκπεμπόμενου CO2 είναι αρνητικό και μάλιστα καθόλη τη διάρκεια της περιόδου 2023-2030 και για μεγάλο εύρος τιμών παραμέτρων. Πιο συγκεκριμένα μόνο για το 2030, στα σενάρια με τις ήπιες (S2-PV) και τις ριζικές (S3-PV) αναβαθμίσεις, αντιστοιχεί καθαρό κόστος μείωσης ενός τόνου CO2 -€181 και -€197, αντίστοιχα.

Για τις μεταφορές, η αξιοποίηση των επιπλέον ήπιων μέτρων του Τ2 έχει σαν αποτέλεσμα την πρόσθετη (πέραν αυτής λόγω της διείσδυσης των ηλεκτρικών οχημάτων που από μόνη της μειώνει τις εκπομπές κατά €630 ktn CO2/έτος το 2030) μείωση κατά 812-822 kt CO2/έτος με πρόσθετο επενδυτικό κόστος μόλις 28 εκ. για όλη την περίοδο 2023-2030.

6. Οι επενδύσεις που προβλέπονται στα δύο σενάρια θα οδηγήσουν και σε μειώσεις των λογαριασμών ρεύματος, των δαπανών για θέρμανση/ψύξη, για μεταφορές κλπ. Μπορεί να προσδιοριστούν τα οικονομικά οφέλη για τα νοικοκυριά;

Η εξοικονόμηση ενέργειας σε όλα τα σενάρια οδηγεί σε μείωση του κόστους. Οι επενδύσεις που απαιτούνται για τα σενάρια S2 και S3 με ή χωρίς την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών και οριακά για το σενάριο S1-PV με φωτοβολταϊκά αποπληρώνονται και αφήνουν καθαρό κέρδος άρα από οικονομικής άποψης συμφέρει στα οικονομικά πιο εύρωστα νοικοκυριά να προχωρήσουν στις αντίστοιχες επενδύσεις χωρίς καμία επιδότηση. Ενόψει όμως της οικονομικής συγκυρίας και της έλλειψης αποταμιεύσεων θα χρειαστεί διευκόλυνση δανείων με προσφορά εγγυήσεων ή μειωμένου τόκου ή και επιδοτήσεις, ειδικά για τους οικονομικά πιο ευάλωτους.

Εκτιμάται ότι οι μειώσεις των ενεργειακών δαπανών στις κατοικίες από την υλοποίηση των πιο φιλόδοξων σεναρίων (S2-PV, S3-PV) θα ανέλθουν σε €890-1370 ανά έτος και νοικοκυριό.