Στην πρώτη συζήτηση για την ενεργειακή μετάβαση Energy Talks που διοργάνωσε το Impact Hub Athens σε συνεργασία με τη δράση “For the Love of Greece” συμμετείχε η Ιόλη Χριστοπούλου την Τετάρτη 15 Σεπτεμβρίου 2021. Η συζήτηση αφορούσε τον σχεδιασμό σε Ελλάδα και Ευρώπη, τις ευκαιρίες και τις εναλλακτικές λύσεις για μία δίκαιη ενεργειακή μετάβαση.
Στη συζήτηση συμμετείχαν επίσης ο Βασίλης Τριαντάφυλλος, συνεργάτης της Γενικής Γραμματείας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, η Λίλα Τσάτση, επιχειρηματίας, κάτοικος Ζαγοροχωρίων και μέλος της συλλογικότητας Save Epirus, ο Χρήστος Βρεττός από την Electra Energy Cooperative και ο Θανάσης Σφέτσος, από το Εργαστήριο Περιβαλλοντικών Ερευνών Δημόκριτος.
Στην τοποθέτησή της η Ιόλη Χριστοπούλου αναφέρθηκε στο επιστημονικό και πολιτικό πλαίσιο στο οποίο εκτυλίσσεται η σήμερα η ενεργειακή μετάβαση, στους παράγοντες που την καθιστούν αναγκαία, καθώς και στις προκλήσεις που θέτει αλλά και τις ευκαιρίες που ανοίγονται.
Ειδικότερα αναφέρθηκε στο γεγονός ότι η επιστήμη πλέον δεν προειδοποιεί για το μέλλον αλλά παρουσιάζει μια νέα πραγματικότητα, όπως αποτυπώνεται και στην πρόσφατη έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή. Για την αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη βασικός υπεύθυνος είναι η ανθρωπογενής δραστηριότητα με τα ορυκτά καύσιμα να είναι ο βασικός υπαίτιος για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Η συγκράτηση της αύξησης της θερμοκρασίας στον +1,5ο C είναι ο μοναδικός δρόμος για να αποφύγουμε τις μη αναστρέψιμες συνέπειες και για να το πετύχουμε αυτό ο χρόνος που έχουμε είναι περιορισμένος. Στόχος είναι μέχρι το 2050 να έχουμε μηδενικές καθαρές εκπομπές.
Μετά τη Συμφωνία του Παρισιού το 2015, για την εκπλήρωση των παραπάνω στόχων η Ευρωπαϊκή Ένωση προχώρησε το 2019 στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, που θέτει ως κοινό ευρωπαϊκό στόχο την κλιματική ουδετερότητα για το 2050. Αυτό μάλιστα αποτυπώθηκε και στον πρόσφατο ευρωπαϊκό κλιματικό νόμο, θέτοντας έναν επιπλέον ενδιάμεσο στόχο: τη μείωση των εκπομπών κατά 55% σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990 μέχρι το 2030. Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, παρόλο που αποτελεί την αναπτυξιακή στρατηγική της Ευρώπης θέτει ισχυρούς περιβαλλοντικούς στόχους τοσο για το κλίμα οσο και για τη βιοποικιλότητα και στοχεύει στην επίτευξή τους με τρόπο δίκαιο και συμμετοχικό. Η επίτευξη αυτών των στόχων δεν είναι αυτονόητη καθώς η πρόκληση που θέτουν είναι μεγάλη. Κι αυτό γιατί την περίοδο 1990- 2019 η ΕΕ κατάφερε να μειώσει τις καθαρές εκπομπές της κατά 28%, οπότε τα επόμενα 11 χρόνια μέχρι το 2030 καλείται να επιταχύνει και για να πετύχει σε λιγότερο χρόνο το ίδιο κλιματικό αποτέλεσμα με το προηγούμενο διάστημα 19 ετών.
Η Ελλάδα πλέον φαίνεται να εναρμονίζεται με τους ευρωπαϊκούς στόχους και αναμένεται το επόμενο διάστημα να αποτυπωθούν οι εξειδικευμένες δεσμεύσεις για τη χώρα στον εθνικό κλιματικό νόμο. Ειδικότερα, η δέσμευση για κλιματική ουδετερότητα για την Ελλάδα μέχρι το 2050 και μείωση των εκπομπών κατά 55% μέχρι το 2030. Η πρόκληση για την επίτευξη αυτών των στόχων είναι σημαντική και για την Ελλάδα, διότι την περίοδο 1990- 2019 κατάφερε να μειώσει μόνο κατά 18% τις εκπομπές της. Υπάρχει όμως ένα σημαντικό παράθυρο αισιοδοξίας για την χώρα, καθώς έχει ήδη αποφασίσει και υλοποιεί την απολιγνιτοποίηση του τομέα της ηλεκτροπαραγωγής. Η λιγνιτική παραγωγή ήταν υπεύθυνη διαχρονικά για το 1/3 των εκπομπών της χώρας.
Κατά την ενεργειακή μετάβαση όμως στην Ελλάδα η πρόκληση είναι η απεμπλοκή από τα ορυκτά καύσιμα και ειδικότερα από το ορυκτό αέριο. Θα πρέπει να ενισχυθούν οι ΑΠΕ σε συνδυασμό με αποθήκευση ενέργειας, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να προχωρήσει γρήγορα η μετάβαση και των υπολοίπων τομέων της οικονομίας (βιομηχανία, μεταφορές κά). Για να υποστηριχθεί η ανάπτυξη των ΑΠΕ είναι αναγκαίο ένα νέο χωροταξικό πλαίσιο το οποίο θα στηρίζεται στη διεπιστημονικότητα , τον διάλογοκαι τη συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων φορέων. Η μετάβαση σε ένα βιώσιμο μέλλον απαιτεί έναν συνολικότερο μετασχηματισμό της οικονομίας, ο οποίος πρέπει να γίνει με τρόπο δίκαιο και συμμετοχικό. Σε αυτή την πορεία είναι πολύ θετικό το γεγονός ότι υπάρχουν αρκετοί διαθέσιμοι πόροι, καθώς το 30% του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού για την περίοδο 2021- 2027, συνολικού ύψους €1,2 τρις, θα διοχετευθεί σε δράσεις για το κλίμα και τη βιοποικιλότητα. Αντίστοιχα σημαντικούς πόρους διαθέτει και η Ελλάδα μέσω του νέου ΕΣΠΑ.
Ολόκληρη τη συζήτηση μπορείτε να παρακολουθήσετε εδώ.